Σαν σήμερα γεννήθηκε, πριν εκατό χρόνια ακριβώς. Ο λόγος για τον θαλασσινό ποιητή, το Νίκο Καββαδία, που ήδη ανεβάσαμε αφιέρωμα για τη γενέθλια μέρα του.
100 χρόνια από τη γέννηση του Νίκου Καββαδία
Αναρωτιέμαι όμως, ξαναδιαβάζοντας το αφιέρωμα, μήπως τον αδικήσαμε τον ποιητή...
Ναι, στο αφιέρωμα αυτό δώσαμε κάποιες φωτογραφίες του, κάποια ποιήματά του που σημαίνουν πολλά για μας σε προσωπικό επίπεδο, και γενικά αποτυπώσαμε τη δική μας αγάπη για το Νίκο Καββαδία. Ο Καββαδίας όμως αισθάνομαι πως μας "ξέφυγε"...
Όπως και το συνήθιζε πάντα. Να φεύγει και να ξεφεύγει. Σαν το νερό που προσπαθείς να εγκλωβίσεις στις παλάμες. Εγκλωβίζεται το νερό; Κι ο Καββαδίας είναι από νερό, νερό θαλασσινό...
Για να σας βγάλω από την πλάνη πως ακολουθώ τη γλυκανάλατη μελό πεπατημένη και πως κινούμαι σε ροζ συννεφάκια του στιλ εμείς οι ναυτικοί που δεν αντέχουμε τη στεριά και άλλα χιλιοειπωμένα, συνειδητά θα παραθέσω το ακόλουθο έστω και αν σοκάρω κάποια πολύ ευαίσθητα μάτια:
Η γυναίκα και η θάλασσα ήταν οι δυο μεγάλες αγάπες του ποιητή και το αποδείκνυε έμπρακτα κάνοντας τατουάζ στο σώμα του με γοργόνες, δράκαινες, άγκυρες και μια καρδιά. Χαρακτηριστική είναι η επιστολή που έστειλε στον συντοπίτη του κεφαλλονίτη καπετάνιο Σπύρο Βανδώρο, στις 20 Δεκεμβρίου 1965:
«Εντύπωση σου 'κανε γιατί στην Κεφαλλονιά ούτε έτρωγα πολύ ούτε πιοτό. Απλώς τα κοινωνούσα. Μάλλον μύριζα τα πάντα. Καθώς συνηθίζω με τις γυναίκες, όχι όλες τις γυναίκες. Τη στιγμή που είναι πρόθυμες να βγάλουν το βρακί τους, έχω την επιθυμία να τις αφήσω και να πάω με κείνες που έχουνε πάντα το βρακί τους στην τσέπη τους ή κάπου ξεχάσει».
Από το Δυτικό Άνεμο και όπως αυτός αναφέρει από το βιβλίο του Μήτσου Κασόλα, «Νίκος Καββαδίας. Ο δαίμονας χόρευε μέσα του» (εκδόσεις Καστανιώτη).
Κι αν αυτό δίνει το στίγμα της ερωτικής ζωής του Καββαδία, κι αποδεικνύει την υγρή φύση που κυριαρχούσε ως το μεδούλι του, κι όχι μόνο την απλοϊκή τάση για ταξίδια που διακρίνει εν γένει τους ναυτικούς, σε ίδιο συμπέρασμα θα καταλήξουμε αν εξετάσουμε και τα υπόλοιπα στοιχεία της ζωής του. Φτάνοντας ως και το θάνατό του. Είναι γνωστό πως έφυγε από εγκεφαλικό επεισόδιο κι ενώ σχεδίαζε την επομένη να μπαρκάρει...
Δε στέριωνε πουθενά. Σε διαρκή αναχώρηση και μονίμως υπ' ατμόν. Ακόμη και επαγγελματικά. Ναι, όλοι ξέρουμε πως υπήρξε μαρκόνης. Ασυρματιστής δηλαδή. Μα δεν είναι αυτή ακριβώς η αλήθεια.
Ο Καββαδίας για αλλού ξεκίνησε και αλλού η ζωή τον πήγε. Γόνος πλούσιας οικογένειας, με εφοπλιστική παράδοση, που ξέπεσε οικονομικά στη συνέχεια και ανάγκασε το νεαρό ακόμη Κόλια να πάρει στα χέρια τη ζωή του.
Όχι, δεν ήταν όνειρο η θάλασσα για το Νίκο Καββαδία. Τελειώνοντας το γυμνάσιο στην Ιατρική έδωσε. Πεθαίνει όμως τότε ο πατέρας του και ο Καββαδίας πιάνει δουλειά σε ναυτικό γραφείο. Έτος 1929. Δηλαδή στα 19 του...
Ο Νίκος Καββαδίας στα 19 του..
Και λίγους μήνες μετά τα παρατάει και φεύγει ναύτης στα καράβια. Ναυτόπαις στην αρχή, μαθητευόμενος δηλαδή ναύτης. Κι ας έγραφε από το δημοτικό ακόμη ποιήματα. Ή και ακριβώς γι' αυτό...
Μπάρκαρε και ξεμπάρκαρε και αδέκαρος διαρκώς ήταν εκείνα τα πρώτα χρόνια στη θάλασσα ο ποιητής. Ναύτης πάντα, τιμονιέρης και σκάπουλος και σε όλα τα άλλα πόστα που δουλεύουν οι ναύτες. Όχι με χέρια καθαρά στον Ασύρματο.
Και χωρίς να ξέρει ούτε ο ίδιος τι ακριβώς θέλει. Λένε πως στόχευε να γίνει καπετάνιος. Άφησε όμως τα χρόνια να περνούν και στο τέλος αναγκάστηκε να γίνει Μαρκόνης. Στα 1939. Τότε μόνο ο Καββαδίας νοιάστηκε για την επαγγελματική του αποκατάσταση.
Μα ήρθε ο πόλεμος και ο ποιητής βρέθηκε να πολεμάει αρχικά στην Αλβανία και αργότερα να βολοδέρνει ξέμπαρκος στα χρόνια της Κατοχής στην Αθήνα. Εκεί και μπλέκει στην Αντίσταση και παίρνει ενεργά μέρος. Κι είναι αυτή η πλευρά του επίσης άγνωστη στους πολλούς. Πως ο Νίκος Καββαδίας έλαβε μέρος στο ΕΑΜ και αργότερα αντιμετώπισε πρόβλημα με την ασφάλεια καθώς του έμεινε η "ρετσινιά" του αριστερού. Με περιοριστικούς όρους τον άφηναν πάντα να μπαρκάρει...
Ασυρματιστής πια. Και μέχρι το 1974, τρεις μόλις μήνες πριν λύσει κάβους για το μεγάλο ταξίδι. Στις 10 Φλεβάρη του 1975.
Κι όμως ποτέ δε βγήκε ο Καββαδίας να το παίξει ήρωας και αγωνιστής και θύμα πολιτικών διώξεων. Ίσως επειδή πραγματικά ήταν. Και ήταν ως το τέλος:
Η μαρτυρία του Χριστόφορου Παπανικολάτου, συνταξιούχου αρχιθαλαμηπόλου, ρίχνει φως στη στάση του Καββαδία στη δικτατορία, καθώς τονίζει ότι είχαν φυγαδεύσει πολλούς στο εξωτερικό, με το «Απολλωνία»:
«Ερχονταν στο καράβι μεταμφιεσμένοι. Και μου 'λεγε ο Καββαδίας: Φαρσινέ, έχουμε να παραλάβουμε ένα "πρόσωπο", έναν "επισκέπτη" απόψε και κλείστον στα "κάτεργα" (στα αμπάρια).
Και όταν το πλοίο αναχωρούσε και ερχόταν πάλι η νύχτα και οι μυστικοί ασφαλίτες του καραβιού πήγαιναν για ύπνο, τους ανέβαζα σε μια καμπίνα, σε σημείο απόμερο, κι έλεγα στο θαλαμηπόλο: "Είναι κάποιος άρρωστος μέσα σ' αυτή την καμπίνα, να μην μπαίνει κανείς", και μετά στη Γένοβα ή στη Μασσαλία κατέβαιναν κι έφευγαν...».
Αυτό το πρόσωπο του ποιητή, του πολιτικού Καββαδία, λίγο έως ελάχιστα είναι γνωστό. Βολεύει καλύτερα να τον ακούμε μελοποιημένο να χορεύει στο φτερό του Καρχαρία και να διοπτεύει το Άλφα του Κενταύρου μια νυχτιά ή το πολύ πολύ να κουβεντιάζει με το Γουίλι το μαύρο θερμαστή από το Τζιμπουτί.
Κι όμως δεν είναι αυτός ο Νίκος Καββαδίας. Δεν είναι ένας ακόμη ναυτικός ή έστω ένας ναυτικός που έγραψε και ωραία ποιήματα. Αντίθετα είναι ο ποιητής που δεν μπόρεσε η στεριά να κρατήσει, γιατί δε χώραγε στο βάλτο της ρουτίνας και της νοικοκυρεμένης ζωής. Και ο ίδιος στο Τραβέρσο θα γράψει σε τρίτο μεν πρόσωπο μα τελείως αυτοβιογραφικά:
Τρελός Μουσώνας ράγισε μεσονυχτίς τα ρέλια.
Στο χέρι σου χλωρό κλαρί, χαρτί κι ένα φτερό.
Τέσσεροι κάμανε καιροί τα ρούχα σου κουρέλια.
Να σε σκεπάσω θέλησα, γλιστράς και δε μπορώ.
Γι' αυτό ανοίγεται στη θάλασσα. Στην απεραντοσύνη της. Φεύγει διαρκώς. Από την αρχή της ζωής του και ως το τέλος. Και πουθενά ρίζες και στασιμότητα. Αναχωρεί και αναζητεί. Τι;
Δύσκολο να το απαντήσεις εκτός κι αν είσαι ποιητής. Τότε μόνο θα νιώσεις τι έψαχνε σε όλα τα πλάτη και τα μήκη της γης και αλλάζοντας διαρκώς γυναικείες αγκαλιές αυτό το παράξενο μαραμπού... Που τόσα λέγανε γι' αυτόν ακόμη και οι ναυτικοί που είχαν την τιμή να τον κρατήσουν για λίγο κοντά τους. Και πικρόχολα θα τους απαντήσει ο Καββαδίας:
Λένε για μένα οι ναυτικοί που εζήσαμε μαζί
πως είμαι κακοτράχαλο τομάρι διεστραμμένο,
πως τις γυναίκες μ' ένα τρόπον ύπουλο μισώ
κι ότι μ' αυτές να κοιμηθώ ποτέ μου δεν πηγαίνω.
Ακόμα, λένε πως τραβώ χασίσι και κοκό,
πως κάποιο πάθος με κρατεί φριχτό και σιχαμένο,
κι ολόκληρο έχω το κορμί με ζωγραφιές αισχρές,
σιχαμερά παράξενες, βαθιά στιγματισμένο.
Ακόμα, λένε πράματα φριχτά πάρα πολύ,
που είν' όμως ψέματα χοντρά και κατασκευασμένα,
κι αυτό που εστοίχισε σε με πληγές θανατερές
κανείς δεν το 'μαθε, γιατί δεν το 'πα σε κανένα.
Λέει και άλλα το ποίημα. Μα λέει την αλήθεια; Τη λέει. Μόνο που τη λέει ποιητικά. Και ποιητικά και πάλι μπορεί κανείς να την προσεγγίσει.
Όχι, ο Καββαδίας δεν είναι για να τον αναλύεις και να τον ερμηνεύεις. Μόνο για να τον ταξιδεύεις. Ακολουθώντας το μοτίβο που κι εκείνος επέλεξε για να τραγουδήσει τους στίχους του:
Να γράφει ταξιδεύοντας
και όχι να ταξιδεύει γράφοντας.
Μένει αυτό να το εξηγήσουμε με συγκεκριμένο παράδειγμα στην επόμενη ανάρτηση...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Welcome onboard! Αφήστε μας το μήνυμά σας και θα προσπαθήσουμε να σας απαντήσουμε το συντομότερο δυνατό. Εκτός αν αλλού αρμενίζουμε... Οπότε κουράγιο μέχρι να καταπλεύσουμε και πάλι στο λιμάνι...