Τιμή ξεχωριστή, κόρες της θάλασσας, να γλιστρώ και γω στα ωραία τα δικά σας.
Από καρδιάς ευχαριστώ και, μοιράζομαι μαζί σας για αρχή, όνειρα καιρών άλλων. Που εξηγούν το γιατί το δικό μου!
Θυμάμαι που, στα χρόνια τα μικράτα μου, ήθελα να γίνω ναυτικός.
Γελούσανε οι συγγενείς, το λέγανε γι αστείο στις βεγγέρες "κορίτσι πράμα, να'χει όνειρα 'σερνικού!"
Βλέπεις, τότε, το "ταξίδι" κι η "θάλασσα" κρύβανε περιπέτειες! Εικόνες μαγεμένες. Ξωτικές, αλλόκοτες μυρωδιές...
Αυτό το αλλιώτικο, το διαφορετικό, έπαιρνε απίστευτη διάσταση στο παιδικό μυαλό.
Καθόμουν στο δρόμο, στο πεζούλι συχνά και κοίταζα τις τσιγγάνες που περνούσαν με τα πολύχρωμα φουστάνια τους κι εκείνο το γέλιο το πληθωρικό που αγκάλιαζε τη γειτονιά.
Τι γυναίκες! Έχοντας για καμάρι την ομορφάδα της μελαχρινής, διαλαλούσαν την πραμάτεια τους. Στο σεντούκι τους, προικιά ξεχωριστά σε ύφανση και τέχνη, ή, αρκετά συχνά, η... αποκάλυψη του πεπρωμένου. Κι αυτό ξεχωριστό. Το ριζικό. Ασημωμένο.
Εκείνο που πιό πολύ με γοήτευε δεν ήταν η εμφάνιση, ο τρόπος, η ματιά που, μην έχοντας άλλη επιλογή, επιβάλλεται για να την αποδεχτείς.
Ήταν η σκέψη ότι για σπίτι έχουν την τέντα, που την στήνουν εδώ, ύστερα αλλού, έπειτα παραδίπλα. Είχα στο νού μου καραβάνια ολόκληρα να πορεύονται για μέρες αλλάζοντας το εδώ με το εκεί, γεφυρώνοντας τόπους, σμίγοντας πολιτείες.
Θεωρούσα λοιπόν πως η τσιγγάνικη φυλή έχει συγγένεια με τους ναυτικούς. Σχεδόν το ίδιο, έλεγα μέσα μου.
Να μη ριζώνεις πουθενά. Να βλέπεις άλλα κι άλλα κι άλλα. Να ταξιδεύεις.
Ήτανε και τα "ταξίδια του Γκιούλιβερ" βέβαια. Κι ο Φιλέας Φογκ που'κανε μια χαψιά τις αποστάσεις. Κι ο μικρός Ρεμύ στο "Χωρίς οικογένεια". Κι εκείνο το τροχόσπιτο στο "Με οικογένεια"!
Μετά ήρθε "Το ταξίδι μου" του Ψυχάρη και η"Ιθάκη" που έδωκε τ΄ωραίο ταξίδι κι έκανε το θρανίο σκαρί κι η σκέψη πήρε μυρωδιά από αλμύρα... Κι έπειτα ο Καζαντζάκης και κάτι αφηγήσεις των μεγάλων που παραταξίδεψαν κι είχαν να λένε σιγανά κι εμείς να κρυφακούμε...κι ο Καββαδίας μια ανατριχίλα κι ένας χαλασμός.
Σκεφτόμουνα σκαμμένα απ' την αλμύρα πρόσωπα, καμμένα ανελέητα από τον ήλιο, ματιές που ξέρουνε πολλά κι αυτά, τα πολλά, τα λένε μες στα λίγα, άκουγα ναυτικά παραγγέλματα που στοίχειωναν τον ύπνο μου, έβλεπα θάλασσα γυαλί και στοχαζόμουν την κρυμμένη της αντάρα...
Βρήκε έδαφος ονειροπόλο η εικόνα του ναυτικού. Μακρινή και μυθοποιημένη. Μπορεί και να 'γινε το σκάφος της φυγής. Το μυρωμένο αεράκι της κουπαστής που μουρμουρίζει μυστικά και μαγικά κόσμων μακρινών, περιπέτειες που μόνο έτσι μπορούν να ιστορηθούν. Στη θάλασσα. Στην απαρχή του κόσμου.
Χαζεύω εικόνες νησιώτικες συχνά.
Κι έχω μόνιμα βαλίτσες ανοιχτές. Οι χάρτες εδώ, να ορίσουμε πορεία.
Κι όταν κατηφορίζω για να με ραντίσουν λιμάνια, το "εδώ", αλλάζει.
Κάθε τι καθημερινό, τυποποιημένο, κάθε στερεότυπη κίνηση μου πέφτει βαριά. Η σκέψη πνίγεται απ' το μετά. Το "εκεί".
Με βλέπω να πατώ σκαριά, παίρνοντας πυξίδα μαζί, μπας και χρειαστεί. Μα είναι μεγάλα τα παπόρια της Κρήτης, δεν την έχουνε ανάγκη.
Κι εγώ -παποράκι ακυβέρνητο η σκέψη μου-, καλύτερα να μην την έχω.
Θα φύγω, λέω. Τρεχάλα. Και σαν ξεκολλήσω απ' τη στεριά, θα κάτσω να χαζεύω τις μανούβρες του καπετάνιου. Μπορεί και να δίνω οδηγίες σιγανά. Κι αν με κοιτάξει κανένας συνταξιδιώτης παράξενα, "παιδί, ήθελα να γίνω ναυτικός" θα του πω.
Και μέσα μου η αντάρτισσα φωνή θα συμπληρώνει, "ακόμα θέλω".
Και τώρα καπετάνισσα είσαι, των λέξεων, των εικόνων, των ταξιδιών που μας κάνεις με τις εικόνες και τα κείμενά σου :))
ΑπάντησηΔιαγραφήΚι εγώ θέλω ό, τι εσύ.
ΑπάντησηΔιαγραφήΝα γίνω καπετάνιος.
Να ταξιδεύω συνέχεια.
σαλπάρατε με πλοίο καλοτάξιδο...
ΑπάντησηΔιαγραφήκαλές θάλασσες...
την καληνύχτα μου...
Διαβάζω και ξαναδιαβάζω την ιστορία της Καπετάνισσας, και δεν τη χορταίνω.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαι πιο πολύ που ξυπνούν μέσα μου χίλιες μνήμες. Ή και γιατί καταλαβαίνω πράγματα που έπαιξαν ρόλο σημαντικό και στη δική μου απόφαση. Τόσα πολλά που μέρες τώρα ήθελα να γράψω ένα μήνυμα και δίσταζα. Τι να πρωτογράψω;
Αποφάσισα να πω εδώ μόνο ένα μεγάλο ευχαριστώ για την ιστορία που μας πρόσφερε και τα άλλα, όταν τα καταφέρω, να τα πλάσω σε ιστορία ξεχωριστή. Τα πώς και τα γιατί τα δικά μου που με οδήγησαν στη θάλασσα.
Να είσαι καλά Μαράκι. Και περιμένουμε γρήγορα να μας δώσεις τη χαρά να διαβάσουμε και άλλες ιστορίες σου.
Μεσάνυχτα και ταξιδεύεις δίχως πλευρικά!
ΑπάντησηΔιαγραφήΣκιάζεσαι μήπως στο γιαλό τα φώτα σε προδίνουν,
μα πρύμα πλώρα μόνη εσύ πατάς στοχαστικά,
κρατώντας στα χεράκια σου τον λύχνο του Αλαδίνου.
Ομορφη πολύ η γραφή σου...
Την καλημέρα μου
Αρης (Ετσι απλα)
www.aristodimos.pblogs.gr/2008/04/thalassa-zwh.html