BLOG ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΑΠΟΦΟΙΤΩΝ ΣΧΟΛΩΝ ΠΛΟΙΑΡΧΩΝ Ε.Ν.

Τι αγάπησε ο Καββαδίας


Τι αγάπησε ο Καββαδίας; Τη θάλασσα και τις γυναίκες λέμε εμείς απλοϊκά, γιατί απλοϊκά και με βλέμμα νηπίου προσεγγίζουμε την ποίησή του.

Ας αφήσουμε τώρα τον ίδιο τον ποιητή να μας μαρτυρήσει τι αληθινά αγάπησε. Ίσως έτσι να δούμε επιτέλους και το αληθινό πρόσωπο του ποιητικού σώματος:

ΑΓΑΠΑΩ

Αγαπάω τ' ό,τι είναι θλιμμένο στον κόσμο
Τα θολά τα ματάκια, τους αρρώστους ανθρώπους,
τα ξερά γυμνά δέντρα και τα έρημα πάρκα,
τις νεκρές πολιτείες, τους τρισκότεινους τόπους.

Τους σκυφτούς οδοιπόρους που μ' ένα δισάκι
για μια πολιτεία μακρινή ξεκινάνε,
τους τυφλούς μουσικούς των πολύβοων δρόμων,
τους φτωχούς, τους αλήτες, αυτούς που πεινάνε.

Τα χλωμά τα κορίτσια που πάντα προσμένουν
τον ιππότη που είδαν μια βραδιά στ' όνειρό τους,
να φανεί απ' τα βάθη του απέραντου δρόμου.
Τους κοιμώμενους κύκνους πάνω στ' ασπροφτερό τους

Τα καράβια που φεύγουν για καινούρια ταξίδια
και δεν ξέρουν καλά - αν ποτέ θα 'ρθουν πίσω
αγαπάω, και θα 'θελα μαζί τους να πάω
κι ούτε πια να γυρίσω

Αγαπάω τις κλαμένες ωραίες γυναίκες
που κοιτάνε μακριά, που κοιτάνε θλιμμένα...
αγαπάω σε τούτον τον κόσμο - ό,τι κλαίει
γιατί μοιάζει μ' εμένα.

Δημοσιεύτηκε στο Περιοδικό της Μεγάλης Ελληνικής Εγκυκλοπαιδείας, μόλις το Μάρτη του 1929. Με το ψευδώνυμο Πέτρος Βαλχάλας. Όταν ο ποιητής είχε μόλις κλείσει τα 19 του χρόνια.

Και άλλο δεν είναι το ποίημα αυτό παρά μια πνευματική διαθήκη, το μυθικό τοπίο που η πένα του θα διαπλεύσει τις επόμενες δεκαετίες και ο καμβάς που θα υφάνει την ποίησή του όλη.

Αυτός είναι ο Καββαδίας. Ο άνθρωπος που αγάπησε ό,τι έκλαιγε, γιατί πολύ απλά του έμοιαζε... Τι καυτό δάκρυ είναι αυτό που ρέει από τον τελευταίο του στίχο...

Και στο ίδιο δάκρυ θα βουτάει ολοζωής τον κονδυλοφόρο του. Λέμε εμείς πως ο Καββαδίας αγάπησε τη θάλασσα. Και ξεχνάμε πως από τα χρόνια των προσωκρατικών είναι ειπωμένο ότι και η θάλασσα από δάκρυα είναι.

Λέμε ακόμη πως αγάπησε τις γυναίκες. Μα τι κρίμα... Δε χάρηκε τη μία και μοναδική γυναίκα πλάι του. Και ανάλωσε εαυτόν στις πολλές και δη στις άλλες γυναίκες, τις γυναίκες των λιμανιών... Μα ποιες άλλες θα μπορούσε ο Καββαδίας να λατρέψει;



Πάρεξ εκείνες τις γυναίκες τι πιο κλαμένες απ' όλες;

Τι αγάπησε λοιπόν ο Καββαδίας; Αγάπησε τον πόνο. Και με τον πόνο υφάδι σκάλισε τους στίχους του και σμίλεψε τα αγάλματα της ποίησής του.

Και τα καράβια; Προφητικά ο ποιητής θα αποκαλύψει σ' αυτό το ποίημα, το γραμμένο πριν ακόμη μπαρκάρει πρώτη φορά, πως αγαπά τα καράβια με ένα δικό του ιδιότυπο τρόπο. Γιατί φεύγουν και δεν ξέρουν καλά αν γυρίσουν.

Έτσι έφυγε κι εκείνος λίγους μήνες μετά. Με την επιθυμία ούτε πια να γυρίσει... μόνο να φεύγει, να ταξιδεύει.

Και τα πρώτα δέκα χρόνια κάνει αυτό ακριβώς. Καμία φροντίδα για οικονομική αποκατάσταση. Είναι τα χρόνια που θα γραφτεί το Μαραμπού και ο ποιητής θα διαβεί οριστικά τις Συμπληγάδες του.

Και από το πρώτο κιόλας ποίημα στο Μαραμπού, αυτό που χάρισε και τον τίτλο σε όλη τη συλλογή, θα μας προϊδεάσει για τον μοναχικό βίο που θα πορευτεί. Ποιητικά μεν αλλά και απροκάλυπτα θα μας εξομολογηθεί γιατί καμιά γυναίκα δε θα μπει επίσημα στο πλευρό του. Κι ας λένε γι' αυτόν οι ναυτικοί και όποιος άλλος.

Κι εκεί που τα χλωμά κορίτσια ζωγράφιζε να καρτερούνε τον ιππότη, γλιστρά ο ίδιος και πιάνει μόνιμη θέση σε ένα φινιστρίνι που αγναντεύει τον απέραντο πόν(τ)ο, τον αρμυρό. Και τη θολή γραμμή των οριζόντων. Εκεί και μόνο αναδύεται η Fata Morgana του. Άυλη και άπιαστη σαν όλα τα όνειρα.

Κι αυτός θα μείνει για πάντα γραπωμένος στο όραμα, καβάλα στο ένα μετά το άλλο καράβι, να την κυνηγά σε όλα τα πλάτη και τα μήκη της γης. Ένα δέντρο γυμνό και ξερό σε έρημο πάρκο...

Τόσο γυμνό όσο και τα άπειρα άνθη που μοσκοβόλισε η ποίησή του στους ανθρώπους. Κι όσο περνά ο καιρός θα μοσκοβολά πιότερο. Σαν που συμβαίνει με τους γνήσιους ποιητές.

Ναι, δεν μπορούσε να γίνει αλλιώς η γέννα της ιδιόρρυθμης ποίησης του Καββαδία. Γιατί το αληθινότερο ποίημα του γνήσιου ποιητή είναι η ίδια του ζωή, όπως έγραψε ένας άλλος μεγάλος, ο Δημήτρης Λιαντίνης.

Ο αυθεντικός μεταπλασμός του πόνου. Όχι μόνο με τις λέξεις μα με πράξεις ζωής. Βιωματικά και έμπεδα.

Αυτός ο αληθινός Καββαδίας. Ένα ηφαίστειο, σαν το Στρόμπολι το αγαπημένο του, που φλογίζεται εντός του και ξερνά λάβα και στάχτες. Έτσι φλογίστηκε και έτσι φώτισε τον κόσμο τούτος ο ποιητής και έτσι κατακάηκε και άφησε τη στερνή πνοή του... όταν και το τελευταίο του δάκρυ στέρεψε. Κι άλλο δε βρήκε ο χάροντας να πάρει.

Κι έμειναν σε μας τα δάκρυά του διαμαντόπετρες να τα τρυγάμε και να μην τον χορταίνουμε.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Welcome onboard! Αφήστε μας το μήνυμά σας και θα προσπαθήσουμε να σας απαντήσουμε το συντομότερο δυνατό. Εκτός αν αλλού αρμενίζουμε... Οπότε κουράγιο μέχρι να καταπλεύσουμε και πάλι στο λιμάνι...

ΔΩΣΤΕ ΛΥΣΗ ΣΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΩΝ ΔΟΚΙΜΩΝ!

ΟΙ ΣΠΟΥΔΑΣΤΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΠΟΥΔΑΣΤΡΙΕΣ ΤΩΝ ΑΕΝ ΑΠΑΙΤΟΥΝ:


ΤΕΡΜΑ ΠΙΑ ΣΤΟΝ ΕΜΠΑΙΓΜΟ!

ΔΟΥΛΕΙΑ ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ ΤΩΡΑ!


ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΑΓΩΝΑ ΑΕΝ

Οικολογικό Περισκόπιο

10 ΙΟΥΛΙΟΥ 2010: ΤΡΙΑΝΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΕΛΛΗΝΙΔΕΣ ΚΑΠΕΤΑΝΙΣΣΕΣ ΑΠΟ ΔΗΜΟΣΙΑ ΣΧΟΛΗ



Ο ΟΡΚΟΣ


ΕΜΕΙΣ ΤΟΝ ΚΡΑΤΗΣΑΜΕ...


ΕΚΕΙΝΟΙ ΠΟΥ ΜΑΣ ΤΟΝ ΖΗΤΗΣΑΝ;


Στα μάτια σας, μας είπαν, βλέπουμε το μέλλον της Ναυτιλίας. (Υπουργός Εμπορικής Ναυτιλίας, κ. Φικιώρης)

Μα το δικό μας μέλλον αποδείχτηκε κόλαση.

Τώρα τα ίδια τάζουν στα νέα κορίτσια για να τα πείσουν να πάνε στις Ακαδημίες Εμπορικού Ναυτικού. Αυτές δε θα χρειαστεί να περιμένουν για να ανακαλύψουν την ίδια κόλαση της ανεργίας. Από το πρώτο εξάμηνο σπουδών, αναζητώντας καράβι για πρακτική άσκηση, βρίσκονται αντιμέτωπες με τις κλειστές πόρτες των εταιρειών. Δεκάδες νέες καπετάνισσες κινδυνεύουν να χάσουν το επόμενο εξάμηνο της σχολής γιατί ο Ιούλιος μπήκε και καράβι δε βρήκαν. Πολλές ακόμη αναγκάστηκαν ήδη να εγκαταλείψουν τις σπουδές τους για τον ίδιο λόγο. Μα κανενός υπευθύνου δεν ιδρώνει το αυτί.

Αντίθετα μας ζητούν να σκεφτούμε το κρουαζιερόπλοιο Ζενίθ και τα διαφυγόντα κέρδη για τον τουρισμό. Την ώρα που οι ναυτεργάτες, γυναίκες και άντρες, βρίσκονται στο απόλυτο ναδίρ. Και απαιτούν να μην απεργούμε, να μην αγωνιζόμαστε για το δίκιο μας. Είμαστε υποχρεωμένες να μην υπακούσουμε. Το δις εξαμαρτείν δεν αρμόζει ούτε στις γυναίκες. Και ειδικά σε καπετάνισσες.

Ορκιστήκαμε για καπετάνισσες. Όχι για νέες Ιφιγένειες. Και αυτόν τον όρκο θα τιμήσουμε. Καπετάνισσες στη θάλασσα και καπετάνισσες στη ζωή. Με το κεφάλι ψηλά απαιτούμε να τηρηθούν οι υποσχέσεις που μας δόθηκαν. Και να ληφθούν μέτρα ώστε να μη σβήσει ο θεσμός τριάντα χρόνων. Το μέλλον της ναυτιλίας ανήκει και σε μας. Όχι γιατί μας το έταξε ένας υπουργός μα γιατί έχουμε κι εμείς προσφέρει τον ιδρώτα μας για την ελληνική ναυτιλία.

Τώρα όμως με την άρση του καμποτάζ και τον αφανισμό των ελλήνων ναυτεργατών που θα σημάνει, το ΝΑΤ κινδυνεύει να χρεωκοπήσει. Πώς θα πληρωθούν οι συντάξεις σε όσους ναυτεργάτες τόσα χρόνια έδιναν τις εισφορές τους;

Γι' αυτό στον αγώνα κατά της άρσης του καμποτάζ είμαστε όλοι ενωμένοι. Άντρες και γυναίκες. Παλιές και νέες καπετάνισσες. Και είναι ο αγώνας αυτός αγώνας επιβίωσης.

Μη μας ζητάτε λοιπόν να σκεφτούμε το Ζενίθ. Γιατί αυτός που βρίσκεται στο ναδίρ δεν έχει πια τίποτε άλλο να χάσει αν αγωνιστεί. Εκτός από τις αλυσίδες του.

Βίρα λοιπόν τις άγκυρες! Κι ας σπάσουν και οι καδένες. Για το μέλλον που ονειρευτήκαμε και δικαιούμαστε μετά από τριάντα χρόνια να ζήσουμε. Την καταξίωση του θεσμού της ελληνίδας καπετάνισσας.

Έτσι τιμούμε εμείς την επέτειο των τριάντα χρόνων από την αποφοίτηση. Με αγώνες!

Εκεί, στον Πειραιά, στο λιμάνι. Που η ακηδία όλων μας ξεμπάρκαρε.

Είναι η ώρα να μας ξαναβρούν μπροστά τους. Και η ώρα να σταματήσουν να ξεγελάν κι άλλες αθώες κοπέλες με κούφιες υποσχέσεις. Η ώρα να βγει ο θεσμός από την κόλαση.

Τριάντα χρόνια μετά ξέρουμε καλά γιατί μας άνοιξαν την πόρτα της ναυτιλίας. Χωρίς καν να το ζητήσουμε εμείς. Τώρα νομίζουν πως έχουν το δικαίωμα να την ξανακλείσουν. Ωραία λοιπόν. Στις δικές τους κλειστές πόρτες απαντάμε με κλειστά λιμάνια. Δίκαιο δεν είναι;

Ή όλοι μαζί στο ζενίθ ή όλοι μαζί στο ναδίρ. Δεν μπορεί η μεν ελληνόκτητη ναυτιλία να είναι πρώτη στον κόσμο και να ανθοφορεί και οι έλληνες ναυτεργάτες να πετιούνται στον καιάδα. 85.000 έλληνες ναυτικοί το 1980, λιγότεροι από 20.000 σήμερα. Μιλάνε οι αριθμοί. Κόντρα στους αριθμούς για τα διαφυγόντα κέρδη από το Ζενίθ και το κάθε Ζενίθ. Και στο κάτω κάτω ΠΑΝΤΩΝ ΧΡΗΜΑΤΩΝ ΜΕΤΡΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟΣ.

Απαιτούμε λοιπόν από την Πολιτεία να θέσει στο ζενίθ της τον άνθρωπο. Ζητάμε να πάρει πίσω την άρση του καμποτάζ και να θεσμοθετήσει μέτρα στήριξης τόσο των ελλήνων ναυτεργατών όσο και της γυναίκας ναυτεργάτριας.

Ζητάμε πολλά; Όχι! Ζητάμε μόνο να τιμήσουν τα τριάντα χρόνια που χωρίς καμία στήριξη καταφέραμε να κρατήσουμε ζωντανό το θεσμό της ελληνίδας καπετάνισσας. Και που παρά τις αντιξοότητες έχουμε σήμερα να καμαρώνουμε αρκετές συναδέλφισσες σε βαθμό υποπλοιάρχου αλλά και πρώτου πλοιάρχου.

Αποδείξαμε πως μπορούμε να σταθούμε ισάξια με τους άντρες συναδέλφους στις γέφυρες των πλοίων. Και δεν ανεχόμαστε άλλο πια ούτε διακρίσεις εξαιτίας του φύλου μας ούτε και άλλη εκμετάλλευση των γυναικών ναυτικών με στόχο να χτυπηθεί συνολικά το ναυτεργατικό κίνημα. Σας είπαμε, ξέρουμε γιατί μας ανοίξατε την πόρτα. Δε μας κάνατε χάρη.

Μας βάλατε στα καράβια για τον ίδιο λόγο που τώρα βάζετε τους αλλοδαπούς. Χωρίς να νοιάζεστε αν θα τα καταφέρουμε επαγγελματικά. Μας θέλατε το πολύ πολύ για ανθυποπλοιάρχους. Δεν περιμένατε πως θα καταφέρουμε κάτι καλύτερο. Επιδιώκατε να δημιουργήσετε ζευγάρια ναυτικών. Να μένουμε περισσότερο στο πλοίο, να δεχόμαστε μικρότερους μισθούς για να μας ναυτολογήσετε μαζί. Κι όταν τα σχέδιά σας βγήκαν όλα πλάνα, βιαστήκατε να μας κλείσετε την πόρτα. Προτιμώντας τους αλλοδαπούς.

Ε, σας λέμε ότι και αυτό το σχέδιο πλάνη θα βγει. Θα φροντίσουν οι ναυτεργάτες γι' αυτό. Κι εμείς θα σταθούμε δίπλα τους. Δίπλα στο ταξικό ναυτεργατικό κίνημα. Γιατί αυτό και μόνο μας στήριξε αταλάντευτα τριάντα τόσα χρόνια. Αν μη τι άλλο χρωστάμε τώρα να ανταποδώσουμε.

Γιατί αχάριστες οι ελληνίδες καπετάνισσες δεν είναι. Και το ξέρετε. Όπως αγαπήσαμε τα καράβια σας όταν μας δώσατε την ευκαιρία να εργαστούμε , και υπερβάλαμε εαυτούς για να σταθούμε αντάξιες, ίδια τώρα τιμούμε τα τριάντα χρόνια της παρουσίας μας υποστηρίζοντας ολόψυχα τον αγώνα των ναυτεργατών.

Στο κάτω κάτω δε μας αφήσατε άλλο δρόμο. Ο αγώνας των ναυτεργατών είναι η μόνη μας ελπίδα να μη σβήσει ο κλάδος μας. Και να μην πάνε στράφι τριάντα χρόνια προσπάθειας και θυσίας.