- Κάντε κλικ στην κάρτα για να δείτε όλη τη συλλογή που ετοίμασαν τα παιδιά του σωματείου ΑΡΓΩ.
BLOG ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΑΠΟΦΟΙΤΩΝ ΣΧΟΛΩΝ ΠΛΟΙΑΡΧΩΝ Ε.Ν.
ΕΥΧΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΕΝΕΝ
ΧΑΜΗΛΟΦΩΝΩΣ
ΧΑΜΗΛΟΦΩΝΩΣ
Διότι είσαι το πρώτο εφετινό χελιδόνι που μπήκε απ' το
φεγγίτη έκαμε τρεις γύρους στο ταβάνι και ήσουν κα-
τόπιν όλα μαζί τα χελιδόνια
Διότι είσαι μια μεριά ήρεμη της θάλασσας όπου το κύμα
Kόβει κομμάτια το φεγγάρι και το ρίχνει στην ψιλή άμμο
Διότι τα χέρια μου είναι άδεια σαν καρύδια που η ψίχα
τους φαγώθηκε από παράσιτα
Kι εσύ τα γέμισες με τα μαλλιά σου και το μέτωπό σου
Διότι στα μαλλιά σου περνώ τα δαχτυλά μου όπως περνάει
ο αγέρας από φύλλα κυπαρισσιού
Διότι είμαι ένα σπίτι εξοχικό κι έρχεσαι μόνη το καλοκαίρι
και κοιμάσαι
Kαι ξυπνάς πότε-πότε τα μεσάνυχτα ανάβεις τη λάμπα και
θυμάσαι
Διότι θυμάσαι
Γι' αυτό σ' αγαπώ κι ανάμεσα στα τελευταία πουλιά είμα-
στε μαζί
Kι απέναντί μας η θάλασσα φθείρεται ν' ανεβοκατεβαίνει
τα δέντρα
...πως πηγαίναμε σε μια κατηφοριά της Bάρκιζας
Kι ένα γύρω οι χρωματιστές πέτρες μάς ακολουθούσαν
Γιατί όταν σκύβω πάνω από πηγάδια βλέπω την επιφάνεια
του νερού και λέω: νά το ριζικό κι η ματιά της
Γιατί βλέπαμε μαζί τρεις τσιγγάνες κίτρινες τυλιγμένες
απ' το κόκκινο - σαν τα μάτια τού μπεκρή - λυκόφως
Kαι είπαμε νά το ριζικό νά οι αγάπες βγήκαν στους δρό-
μους για τον επιούσιο
Γιατί βλέπαμε μαζί τις τρεις τσιγγάνες
Nά 'ρχονται και να χάνονται
Γι' αυτό σ' αγαπώ
Kι ανάμεσα στα τελευταία πουλιά
Eίσαι κείνο που γλύτωσε απ' τα σκάγια
Γιατί είμαι γεμάτος από σένα και μπρος από κάθε τι
από σκέψη από αίσθηση κι από φωνή
Eίναι κάτι δικό σου που σαν αθλητής τερματίζει πρώτο
Γιατί τα βλέφαρά σου είναι βρύα σε σχισμάδες βράχων
Γι' αυτό σ' αγαπώ.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΑΠΑΔΙΤΣΑΣ
ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ ΚΑΛΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ
Το blog ΚΑΠΕΤΑΝΙΣΣΕΣ εύχεται σε όλους τους φίλους και επιβάτες του:
ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ ΚΑΙ ΚΑΛΑ
ΜΕ ΥΓΕΙΑ ΚΑΙ ΧΑΡΑ ΟΙ ΜΕΡΕΣ ΤΩΝ ΕΟΡΤΩΝ
Τις περισσότερες όμως ευχές μας, τις καλύτερες, τις στέλνουμε σε όσους μέρες γιορτινές βρίσκονται μακριά από τους δικούς τους, στους ναυτικούς μας ιδιαίτερα!
Καλά τους ταξίδια και σύντομα να βρεθούν κοντά στα αγαπημένα τους πρόσωπα!
ΟΙ ΦΙΛΟΛΟΓΟΙ
ΟΙ ΦΙΛΟΛΟΓΟΙ
Φαλάκρες που ξεχνούν τις αμαρτίες τους,
γέρικες, σοφές, σεβάσμιες φαλάκρες,
διορθώνουν και σχολιάζουνε τους στίχους
που κάποιοι νέοι, ξάγρυπνοι στο στρώμα,
ταιριάζανε μες στην απόγνωση του έρωτα
για να χαϊδέψουν το άμαθο αφτί της καλλονής.
Όλοι τους σέρνονται· όλοι βήχουνε μελάνι·
όλοι λειώνουν με τα παπούτσια το χαλί·
όλοι σκέφτονται αυτά που σκέφτονται άλλοι·
όλοι ξέρουν αυτόν που ξέρει ο διπλανός.
Θεέ, και τι θα λέγαν αν ο Κάτουλλός τους
έσερνε κι αυτός έτσι τα βήματά του;
W.B.YEATS ΠΟΛΥΕΔΡΟ ΠΑΤΡΑ 2000
ΜΤΦΡ. Γ.Π. Σαββίδης
TO FORUM HOMA EDUCANDUS
Το forum HOMA EDUCANDUS αποτελεί το σημείο συνάντησης και διαλόγου του ομώνυμου δικτύου blogs. Αποτελεί συλλογική προσπάθεια και διευθύνεται από τα μέλη που έχουν ρόλο συντονιστή στις διάφορες θεματικές ενότητες. Τυπικά στο ρόλο του admin είναι η Δανάη που έχει και τη νομική ευθύνη για οτιδήποτε αφορά το φόρουμ.
Τα αντικείμενα των διαλόγων εκτείνονται σε μεγάλη γκάμα θεμάτων και μπορεί κανείς να σχηματίσει καλύτερη άποψη από τον πίνακα ευρετηρίου του φόρουμ.
Πρωτεύον ζήτημα θεωρούμε τις συζητήσεις για το έργο του Δημήτρη Λιαντίνη, τον οποίο άλλοι από μας είχαν δάσκαλο και άλλοι γνώρισαν και αγάπησαν μέσα από τα βιβλία του. Ο τρόπος που προσεγγίζουμε το έργο του Λιαντίνη εδράζεται στην ελευθερία της σκέψης αφενός και στο σεβασμό της μνήμης του αφετέρου, με σκοπό και τέλος τη βίωση της αλήθειας. Ταυτόχρονα σεβόμαστε και εκτιμούμε όποιον άλλον προωθεί το έργο του Λιαντίνη, τόσο στο διαδίκτυο όσο και στην αληθινή ζωή. Δεν αποτελούμε όμως ούτε προέκταση ούτε κρίκο κανενός άλλου χώρου που έχει αντικείμενο το Λιαντίνη ή το έργο του. Κοινή απόφαση των συμμετεχόντων στη διεύθυνση του φόρουμ είναι η προάσπιση της ανεξαρτησίας του χώρου και η διαφύλαξη του δικαιώματος της αυτονομίας της σκέψης μας. Θεωρούμε ότι μια τέτοια στάση είναι η μόνη που αρμόζει σε όσους ασχολούνται με τη φιλοσοφία του Λιαντίνη.
Μέλος του φόρουμ μπορεί να γίνει οποιοσδήποτε το επιθυμεί, αρκεί να αποδέχεται τους όρους χρήσης και τους αρχές λειτουργίας. Επειδή είναι βασικό ζήτημα για μας η προάσπιση της ποιότητας του διαλόγου και δε θέλουμε σε καμία περίπτωση να μετατραπούμε σε στέκι για αργόσχολους και αμπελοφιλοσοφούντες, θα είμαστε τυπικοί στην εφαρμογή των κανόνων λειτουργίας. Προτιμούμε λιγότερα μέλη και περισσότερη ποιότητα και όχι το αντίθετο. Το ίντερνετ δεν αποτελεί τρόπο ζωής αλλά μια δυνατότητα του σύγχρονου τρόπου ζωής για πληροφόρηση και επικοινωνία. Έχουμε γνωρίσει και τους άρρωστους τρόπους χρήσης του και δεν επιθυμούμε να τους αναπαράγουμε. Αν μάλιστα δεν καταφέρουμε να δώσουμε στο χώρο αυτό τα χαρακτηριστικά που περιγράψαμε, θα προτιμήσουμε να πατήσουμε ντιλίτ και να κλείσουμε τους υπολογιστές μας. Υπάρχουν πολλά πράγματα που αγαπάμε για να γεμίσουν δημιουργικά το χρόνο μας. Μικρή γεύση δίνουν τα αντικείμενα των ενοτήτων του φόρουμ.
μ.Χ.
Αλεξάκης, Βασίλης
Εξάντας
(2007)
339 σελ.
ISBN 960-256-652-3
ISBN-13 978-960-256-652-7
Τιμή €18,00
Γαλλική πεζογραφία - Μυθιστόρημα (DDC: 843)
"Δεν αμφισβητώ ότι οι πατέρες της Εκκλησίας δανείστηκαν κάποια ρητορικά σχήματα από τους αρχαίους συγγραφείς, απάντησε ο Βεζιρτζής. Υπήρξαν ωστόσο θανάσιμοι εχθροί της κλασικής παιδείας και του πολιτισμού των αρχαίων. [...] Ο διασυρμός του ελληνισμού από την Εκκλησία υπήρξε τόσο συστηματικός ώστε οι Έλληνες αναγκάστηκαν ν’ αλλάξουν όνομα, να μετονομαστούν σε Ρωμαίους, Ρωμιούς ή Γραικούς. Σε ορισμένες τοιχογραφίες του Αγίου Όρους απεικονίζονται μαζί με τους αγίους και τους αγγέλους διάφοροι φιλόσοφοι, ο Αριστοτέλης, ο Πλάτων, ο Σωκράτης, ο Πυθαγόρας. Όλοι φορούν στέμμα, έχουν μακριές γενειάδες και είναι ντυμένοι σαν Βυζαντινοί πρίγκιπες. Βαστούν ο καθένας τους έναν πάπυρο όπου είναι γραμμένη μια πλασματική φράση, που διακηρύσσει, για παράδειγμα, την τρισυπόστατη φύση του Θεού. Είναι γνωστό ότι η Εκκλησία επιδίωξε να προσεταιριστεί τους αρχαίους σοφούς, αυτούς τουλάχιστον που δεν κατάφερε να θάψει, παραποιώντας τη σκέψη τους. Αυτό άλλωστε δεν διδάσκονται οι μαθητές της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, ότι η αρχαιότητα παρέδωσε τη σκυτάλη του πολιτισμού στο Βυζάντιο; Ο χριστιανισμός, αγαπητέ μου φίλε, δεν συνεχίζει την αρχαιότητα, απλά την ακολουθεί όπως η νύχτα ακολουθεί τη μέρα. Η θεολογία αναιρεί τη φιλοσοφία. Η πρώτη απαντά σε όλα, ενώ η δεύτερη ξέρει κυρίως να ρωτά."
Τι άραγε θα θυμάμαι μετά από μερικά χρόνια από το βιβλίο αυτό; Ότι κέρδισε το Βραβείο Μυθιστορήματος της Γαλλικής Ακαδημίας το 2007; Αλλά αυτό δεν αποτελεί μέρος του βιβλίου. Ίσως θυμάμαι τη Ναυσικά, την ευγενέστατη αυτή γυναίκα που έχασε προ ετών το φως της και που αναθέτει στον νεαρό συγκάτοικό της να μάθει τα πάντα για το Άγιο Όρος. Είναι πιθανό να επιζήσουν και άλλα πρόσωπα του μυθιστορήματος: ο μοναχός που χαιρετά τα αεροπλάνα σείοντας μια βυζαντινή σημαία, ο Γάλλος ερημίτης που ονειρεύεται να επιστρέψει στη Νορμανδία, στο σπίτι όπου ο αβάς Πρεβό έγραψε τη "Μανόν Λεσκό", ο καθηγητής Βεζιρτζής που ισχυρίζεται ότι το Βυζάντιο δεν συνεχίζει την αρχαιότητα αλλά την ακολουθεί όπως η νύχτα την ημέρα, ο Δημήτρης ίσως, ο χαμένος αδελφός της Ναυσικάς που επανεμφανίζεται στο τέλος της ιστορίας και τραγουδάει ένα νησιώτικο τραγούδι.
Θα θυμάμαι σίγουρα ότι το Βυζάντιο επέβαλε με άκρα βιαιότητα το χριστιανισμό, ότι οι μοναχοί και οι κληρικοί έσφαξαν πλήθη κόσμου, ότι ο μονοθεϊσμός εισήγαγε τον θρησκευτικό φανατισμό που ήταν άγνωστος στην Αρχαία Ελλάδα και στη Ρώμη. Θεωρώ ελάχιστα πιθανό να ξεχάσω ότι ο Ιουστινιανός έκλεισε τη φιλοσοφική σχολή της Αθήνας και ότι ακολούθησαν για τη χώρα μας δεκατρείς αιώνες πνευματικής νάρκης.
Ίσως ξεχάσω τον αφηγητή του έργου, το συγκάτοικο της Ναυσικάς, που αναλαμβάνει βαρυγκομώντας την έρευνα για τον Άθω, δεδομένου ότι ασχολείται μόνο με την αρχαία ιστορία και την προσωκρατική φιλοσοφία. Το ενδιαφέρον του όμως μεγαλώνει όταν ανακαλύπτει ότι η Ελλάδα είναι δύο χώρες που δεν έχουν σχεδόν τίποτε κοινό μεταξύ τους, και ακόμη περισσότερο όταν μαθαίνει ότι υπήρχαν πέντε πόλεις στη χερσόνησο του Άθω, τις οποίες γκρέμισαν ολοσχερώς οι μοναχοί για να χτίσουν τα γιγαντιαία μοναστήρια τους. Θα πάει στο Όρος όχι μόνο με την ελπίδα να βρει εκεί τον Δημήτρη, αλλά και να εντοπίσει κατάλοιπα του αρχαίου πολιτισμού. Θα ανακαλύψει έτσι ένα άγαλμα, θαμμένο μέσα σε μια κάβα κρασιών. Θα ανακαλύψει επίσης τον αμύθητο πλούτο των μοναστηριών, τον καιροσκοπισμό των ηγουμένων, που είναι πρόθυμοι να συνεργαστούν με κάθε αρχή, μηδέ της χιτλερικής εξαιρουμένης, προκειμένου να διατηρήσουν τα εξωφρενικά οικονομικά τους προνόμια, το μίσος που εξακολουθεί να τους διακατέχει απέναντι στην Αρχαία Ελλάδα και το γυναικείο φύλο. Θα διαπιστώσει ακόμη ότι κυκλοφορούν αναρίθμητα φαντάσματα γυναικών στο Άγιο Όρος. Το μυθιστόρημα έχει και μια αστυνομική διάσταση, αλλά αυτήν είναι πολύ πιθανό να την ξεχάσω.
Βασίλης Αλεξάκης
...Σε όλα τα βιβλιοπωλεία αλλά και τα βιβλιάδικα κατά την Κωστή Παπαγιώργη ρήση!
Γιορτάζουμε σήμερα;
Αγίου Νικολάου σήμερα. Γιορτή των ναυτικών...
Ο Δεκέμβριος είναι ο δωδέκατος και τελευταίος μήνας του ηλιακού μας έτους, αλλά ο δέκατος μήνας, όπως το λέει και το όνομά του (εκ του λατινικού decem = δέκα), από την πρωτοχρονιά της 1ης Μαρτίου, όταν το έτος των Ρωμαίων ήταν δεκάμηνο.
Στο Αττικό αρχαιοελληνικό ημερολόγιο ήταν ο έβδομος μήνας και ονομαζόταν «Ποσειδεών» ή «Ποσειδών» (16 Δεκ. – 15 Ιαν.), προς τιμήν του θεού της θάλασσας Ποσειδώνα. Αυτόν τον μήνα σύμφωνα με τις δοξασίες των Αρχαίων Αθηναίων, ο Ποσειδώνας με την Τρίαινά του, το σύμβολο της δυνάμεως και εξουσίας, συντάρασσε τις θάλασσες και προκαλούσε μεγάλες τρικυμίες όταν θύμωνε μαζί τους γεγονός που φοβούνταν ιδιαίτερα για τα ταξίδια τους οι ναυτικοί.
Ως προς την πλευρά της αυστηρότητας ο Ποσειδών μπορεί να συσχετιστεί ως θαλασσινός θεός –προστάτης της θάλασσας– με τον δικό μας Άγιο Νικόλαο, ο οποίος τον αντικατέστησε στην πίστη του λαού. Οι Χριστιανοί ναυτικοί μας θεωρούν ότι οι δύσκολες ώρες της θάλασσας οφείλονται στον θυμωμένο άγιο Νικόλαο που είναι αγριεμένος μαζί τους. Για να τον εξευμενίσουν ρίχνουν στα τρικυμισμένα νερά λάδι από το καντήλι του Αγίου, κόλλυβα από αυτά που στέλνουν στην εκκλησία την ημέρα της γιορτής του, ψίχουλα, άρτο ή και μια μικρή εικόνα του. Τα σκορπούν στη θάλασσα και λέγουν: «Αϊ Νικόλα μου, και πάψε την οργή σου!»
Μία «σύγχρονη» ναυτική παράδοση για τον Αϊ Νικόλα τον Κυβερνήτη απ’τη θαλασσινή Μάνη:
«Τα καράβια και τα καϊκια, στα παλιά χρόνια, ταξίδευαν χωρίς τιμόνι (μόνο σε γαληνεμένη θάλασσα). Τη συγκοινωνία από το Διακόφτι στα Βάτικα, απέναντι, την έκανε ένας περάτης, άγνωστος, που δεν ήταν ντόπιος. Κάθε φορά όμως που σηκωνόταν τρικυμία (πολύ συχνά), το καράβι, χωρίς τιμόνι, τσακιζόταν στους βράχους και οι άνθρωποι πνίγονταν. Ο περάτης όμως δεν πάθαινε τίποτε και κάθε φορά παρουσιαζόταν με νέο καράβι. Ήταν δαίμονας που χαιρόταν για το κακό των ανθρώπων. Ώσπου κάποτε μπήκε επιβάτης και ένας γεράκος, με άσπρα μαλλιά και γένια. Κρατούσε και στο χέρι του ένα παράξενο ξύλο, που πλάταινε προς τα κάτω. Το καΐκι συνάντησε πάλι τρικυμία, οπότε ο γεράκος τρέχει και στερεώνει το ξύλο του στο πίσω μέρος, το κρατάει γερά (ήταν το πρώτο τιμόνι) και κυβέρνησε το πλοίο, ώστε να μην τσακιστεί στα βράχια. Οι άνθρωποι σώθηκαν, κι ο περάτης, από το κακό του εξαφανίστηκε. Την ίδια ώρα εξαφανίστηκε κι ο γεράκος, που ήταν ο άγιος Νικόλαος και νίκησε το δαίμονα, μαθαίνοντας και στους ναυτικούς το τιμόνι.»
Τα δημώδη ονόματα του Δεκεμβρίου είναι: Δεκέ(μ)βρης ή Δεκέμηρης, Γιορτινός (λόγω των πολλών εορτών), Αϊ-Νικολιάτης, Χριστουγεννιάτης, Χριστουγεννάς, Χιονιάς, Ασπρομηνάς κλπ.
Στη ζωή των Ελλήνων αγροτών τρεις είναι οι εμπειρίες που προεξάρχουν: το κρύο, το τέλος της σποράς, και η μείωση του φωτός.
Το κρύο συνδέεται με τρεις κυρίως γιορτές στην αρχή του Δεκέμβρη: της Αγίας Βαρβάρας (4), του Αγίου Σάββα (5) και του Αγίου Νικολάου (6) –τα λεγόμενα Νικολοβάρβαρα. Οι παροιμίες λένε: «Βαρβάρα βαρβαρώνει (το κρύο), αϊ Σάββας σαβανώνει, αϊ Νικόλας παραχώνει», «Αγία Βαρβάρα γέννησε (το χιόνι), άη Σάββας το δέχτει κι άη Νικόλας έτρεξε να πάει να το δαφτίσει (το βάφτισε χιόνι)».
Αλλά και για τη χρονική εγγύτητα των τριών εορτών λέγεται:
«Αγια Βαρβάρα μίλησε και Σάββας αποκρίθει κι Αγιονικόλας έτρεξε να πάει να λειτουργήσει».
Οι γεωργοί θέλουν να ευχαριστήσουν τα ζώα τους (βόδια, άλογα) για τη βοήθεια που τους προσέφεραν στη σπορά και γι’αυτό τα γιορτάζουν στις 18 Δεκεμβρίου, του Αγίου Μοδέστου (στο συναξάρι του αναφέρεται ότι ανέστησε πολλά ζώα). Οι ζευγάδες ράντιζαν με τον αγιασμό τα σπαρμένα χωράφια, έριχναν κόλλυβα στη γη και τάιζαν τα ζώα τους μ’αυτά, αλλά και με άρτο (ύψωμα).
Ο Δεκέμβριος έχει τις μεγαλύτερες νύχτες. «Του Δεκέμβρη η μέρα, καλημέρα – καλησπέρα», λέει μια παροιμία. Ο Ήλιος έχει τώρα τη μεγαλύτερη απόκλιση νότια του ισημερινού, με αποτέλεσμα το βόρειο ημισφαίριο να φωτίζεται πολύ λιγότερο από το νότιο. Από τις 22 Δεκεμβρίου (μετά το χειμερινό ηλιοστάσιο), η απόκλιση αρχίζει να λιγοστεύει, οπότε στο βόρειο ημισφαίριο η μέρα μεγαλώνει. Με το Ιουλιανό ημερολόγιο, το χειμερινό ηλιοστάσιο έπεφτε το 19ο αιώνα στις 9 Δεκεμβρίου (Αγ. Άννας). Παρετυμολογώντας, λοιπόν, το όνομα του Αγίου Σπυρίδων (12) έλεγαν: «Απ’του αγίου Σπυρίδωνα μεγαλώνει η μέρα κατά ένα σπυρί». Και στις 19 παραμονή του Αγ. Ιγνατίου, που η αύξηση του φωτός ήταν πια σημαντική, έλεγαν: «αύριο είναι ο άγιος Αγνάντιος' αγναντεύει ο ήλιος προς το καλοκαίρι».
Οι ευχές όλη τη διάρκεια του Δεκεμβρίου κυριαρχούν και καθορίζουν τόσο τις άφθονες εορτές του μήνα, όπως του Αγίου Ελευθερίου (15) και του Αγίου Διονυσίου (17) όσο και τα επικείμενα Χριστούγεννα (25), την πρώτη μέρα του Δωδεκαημέρου*, καθώς και τη διαβατήρια ώρα της μεταβάσεως στον καινούργιο χρόνο.
Βιβλιογραφία
- Λουκάτος Δημ. Σ., Συμπληρωματικά του Χειμώνα και της Άνοιξης, Εκδ. Φιλιππότη
- Κυριακίδου-Νέστορος Αλκη, Οι 12 μήνες, Τα λαογραφικά, Εκδ. Μαλλιάρης-Παιδεία
- Μέγας Γ.Α., Ελληνικές Γιορτές και έθιμα λαϊκής λατρείας, Εκδ. Οδυσσέας
- Ερετρικοί Παλμοί, Λαογραφικά, Μαρία Μηλίγκου - Μαρκαντώνη
Γιώργος Νταλάρας - Γυναίκα
Ο Καββαδίας για τη γυναίκα! Τι το καλύτερο για τις Καπετάνισσες...
Κι ας μιλά για "άλλες γυναίκες". Κι εμείς γυναίκες μένουμε πάντα. Και χορέψαμε στο φτερό του καρχαρία. Και στου δελφινιού και στου ανέμου και στου βαποριού.
Φτερά. Ξέρετε ποια είναι τα φτερά των βαποριών; Εκεί που κάνει βάρδια ο δόκιμος. Ακίνητος και προσηλωμένος στο πέλαγο. Με ζέστη και με κρύο. Με ήλιο και με ομίχλη...
Εδιμβούργο. 1979! Με πούσι πυκνό. Και μόνο τα καμπανάκια των πλοίων να το τρυπάνε. Κι ο φόβος μαζί... Γιατί πούσι σημαίνει κίνδυνος μέγας να πέσεις αλλού για αλλού.
Τολμάς εκεί να πεις "κρυώνω"; Τολμάς να πεις "είμαι αδιάθετη"; Δεν τολμάς. Εκεί πρέπει να αποδείξεις πως κάνει και η γυναίκα για το επάγγελμα. Σφίγγεις την καρδιά σου και αντέχεις. Όλα μπορεί να τα αντέξει ο άνθρωπος όταν το θέλει.
Κι εγώ το θέλησα κάποτε πολύ να γίνω ναυτικός. Τη σκοτεινή να σκίσω τη γραμμή των οριζόντων...
ΔΑΝΑΗ
Γιώργος Νταλάρας - Εσμεράλδα
Συνέχεια του αφιερώματος στους τρεις αγαπημένους, Νταλάρα, Μικρούτσικο και φυσικά Καββαδία!!!
Μουσική: Θάνος Μικρούτσικος
Ποίηση: Νίκος Καββαδίας
Videoclip που προβλήθηκε το 1991 στην εκπομπή "Χριστούγεννα των οριζόντων"
Δημοσίευση ΔΑΝΑΗ!!!
Γιώργος Νταλάρας - A bord de L' Aspasia
Μουσική: Θάνος Μικρούτσικος
Ποίηση: Νίκος Καββαδίας
Videoclip που προβλήθηκε το 1991 στην εκπομπή "Χριστούγεννα των οριζόντων"
Μα δεν είναι εκπληκτικά όλα αυτά τα βίντεο από τα Χριστούγεννα των Οριζόντων;
Δημοσίευση ΔΑΝΑΗ!!!
Θάνος Μικρούτσικος - Νίκος Καββαδίας - Πικρία
Ένα ακόμη πολυαγαπημένο του μπαρμπα - Νίκου του Καββαδία.
Αφιερωμένο εξαιρετικά στο φίλο Homo Navigatus...
Γιώργος Νταλάρας - Σταυρός του νότου
Τόσο το προηγούμενο βίντεο όσο κι αυτό είναι από την εκπομπή ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΤΩΝ ΟΡΙΖΟΝΤΩΝ.
Χριστούγεννα πλησιάζουν, ορίζοντες πάντα λαχταρά η ψυχή μας η θαλασσοβρεγμένη και το τραγούδι ετούτο το λατρεμένο μου. Και μάλιστα με Νταλάρα... Άπαιχτος!
Μουσική: Θάνος Μικρούτσικος
Ποίηση: Νίκος Καββαδίας
Και δημοσίευση ΔΑΝΑΗ και όχι Νέμος που εμφανίζεται!!!
Πού ' ν' το πού ' ν' το το δαχτυλίδι; Όχιιιι!
Μουσικές από τις όχθες της Μεσογείου απόψε...
Πόσο μετράει η ζωή του ναυτικού;
Θα μου πείτε γιατί τα θυμήθηκα τώρα όλα αυτά; Αφενός για να καταλάβετε πως εγώ μόνο καλές αναμνήσεις δεν πήρα από κείνο τον άνθρωπο φεύγοντας από το καράβι. Το αφετέρου το αφήνω στην κρίση σας. Μην το θέλετε και βρεγμένο το παξιμάδι! Για λίγο προσέξτε ... Λέτε να είναι άσχετο το θέμα μου με τούτη τη νοοτροπία διαχωρισμού των ανθρώπων;
ΠΩΣ ΕΓΙΝΑ ΒΛΑΚΑΣ
Ο Αντουάν πάσχει από μια αρκετά σπάνια ασθένεια: είναι ευφυής. Όχι έτσι όπως εννοούμε συνήθως το «ευφυής». Για παράδειγμα δεν είναι αυτό που αποκαλούμε «διανοούμενος». Η περίπτωσή του είναι πολύ πιο ενοχλητική. Αναρωτιέται μονίμως για τα πάντα. Διδάσκει στο πανεπιστήμιο βιολογία, αραμαϊκή ρητορική και Σενέκα. Απεχθάνεται τις επιταγές της μόδας, την καταναλωτική κοινωνία, την ετοιματζίδικη σκέψη. Συνεπώς, είναι πολύ δυστυχισμένος. Κάνει λοιπόν διάφορες προσπάθειες να γλιτώσει από αυτή τη μοίρα. Καταρχάς, δοκιμάζει να γίνει αλκοολικός. Αλίμονο, αυτό δεν είναι καθόλου εύκολο! Παρά την καλή του θέληση και τη βοήθεια ενός έμπειρου διδασκάλου, ο Αντουάν θα διαπιστώσει πολύ γρήγορα πως είναι εντελώς ατάλαντος σ αυτόν τον τομέα. Θα πειραματιστεί λοιπόν σε κάτι άλλο, στην αυτοκτονία. Αλλά εκεί τα πράγματα είναι ακόμα πιο δύσκολα. Το ποσοστό επιτυχίας δεν φτάνει καλά καλά μήτε το 8%. Τότε ο Αντουάν σκέφτεται τη λοβοτομή. Ένας φίλος του γιατρός τον αποτρέπει από αυτή την εγχείρηση και τον πείθει να πάρει το Ευτυχοζάκ, ένα χάπι που σε κάνει βλάκα. Και ω του θαύματος! Επιτέλους, ο Αντουάν εξομοιώνεται με το πλήθος. Γίνεται ένας «γνήσιος κόπανος». Βλέπει τηλεόραση, κολλάει στους τοίχους φωτογραφίες του Αλαίν Μινκ και του Αλαίν Φινκελκρώ, τρώει στα Macdonalds και καταλήγει πολύ λογικά υπάλληλος σε χρηματιστηριακή εταιρεία. (...)MADAME FIGARO - Valerie Broq
ΠΩΣ ΕΓΙΝΑ ΒΛΑΚΑΣ / ΜΑΡΤΕΝ ΠΑΖ/ MARTIN PAGE/ ΑΣΤΑΡΤΗ
...Και κάτι εύπεπτο αλλά έξυπνο για διάβασμα!
Βίντεο: "Αθανασία" Μανόλης Μητσιάς
Τι ζητάς Αθανασία στο μπαλκόνι μου μπροστά
δε μου δίνεις σημασία κι η καρδιά μου πώς βαστά.
Σ' αγαπήσανε στον κόσμο βασιλιάδες, ποιητές
κι ένα κλωναράκι δυόσμο δεν τούς χάρισες ποτές.
Είσαι σκληρή σαν του θανάτου τη γροθιά
μα ήρθαν καιροί που σε πιστέψανε βαθιά.
Κάθε γενιά δική της θέλει να γενείς
Ομορφονιά που δεν σε κέρδισε κανείς.
Τι ζητάς Αθανασία στο μπαλκόνι μου μπροστά
ποια παράξενη θυσία η ζωή να σου χρωστά.
Ήρθαν διψασμένοι Κροίσοι ταπεινοί προσκυνητές
κι απ' του κήπου σου τη βρύση δεν τους δρόσισες ποτές.
Είσαι σκληρή σαν του θανάτου τη γροθιά
μα ήρθαν καιροί που σε πιστέψανε βαθιά.
Κάθε γενιά δική της θέλει να γενείς
Ομορφονιά που δεν σε κέρδισε κανείς.
Ιστιοπλοΐα
Οι άσχημες καιρικές συνθήκες δε βοήθησαν τους αθλητές που πήραν μέρος στο πανελλήνιο πρωτάθλημα σκαφών Τορνέιντο που διοργανώνει ο Ναυτικός Ομιλος Θεσσαλονίκης, καθώς κατά τη διάρκεια της πρώτης ημέρας διεξήχθη μόνο μία ιστιοδρομία.
Το λογικό φαβορί είναι το πλήρωμα των Ντάνη Πασχαλίδη και Κώστα Τριγκώνη. Μετά τις πρώτες τέσσερις ιστιοδρομίες, το κορυφαίο δίδυμο προηγείται με 4 βαθμούς ποινής, έχοντας ισάριθμες νίκες και πλέον θα έχει τυπική σημασία η ολοκλήρωση του αγώνα καθώς είναι σχεδόν απίθανο να χάσουν την πρωτιά στις 3 ιστιοδρομίες που απομένουν.
Το Ναυτικό και η Χούντα
Ενα «Βέλος» στην αδιαφορία
Τα γεγονότα που επακολούθησαν είναι γνωστά. Το πλήρωμα, στην πλειονότητά του, διάλεξε τον δρόμο της αυτοεξορίας, αλλά η χούντα κατάλαβε ότι οι μέρες της, ή έστω οι μήνες της, ήταν πια μετρημένες.
Ο Νίκος Παπάς και τα μέλη του πληρώματος του «Βέλους», τότε στην Ιταλία,
Εκείνο που προκαλεί δυσμενή εντύπωση είναι το γεγονός ότι, ώς τώρα, αυτή η κορυφαία αντιστασιακή πράξη δεν γνώρισε την επίσημη καταξίωση από όλον τον πολιτικό κόσμο. Οταν γίνονται τελετές μνήμης, ελάχιστοι πολιτικοί προσέρχονται. Πριν από 2 χρόνια, στην 30ή επέτειο της εξέγερσης του «Βέλους», που γιορτάστηκε στη Μυτιλήνη, είχαν παραστεί οι τότε υπουργοί Εθνικής Αμυνας Γιάννος Παπαντωνίου και Αιγαίου Νίκος Σηφουνάκης (το «Ε»-Ιστορικά είχε κάνει μεγάλο αφιέρωμα).
Αλλά, ούτε η Βουλή ούτε οι εκπρόσωποι των κομμάτων έχουν ώς τώρα επίσημα και πανηγυρικά αναγνωρίσει τη συμβολή του πληρώματος του «Βέλους» στον αντιδικτατορικό αγώνα.
Ο λόγος είναι προφανής. Η κίνηση του «Βέλους» δεν είχε καμία κομματική ή στενά πολιτική στήριξη. Ηταν μια αυθόρμητη, όσο και ηρωική απόφαση, με ένα και μοναδικό αίτημα: να καταρρεύσει η δικτατορία και να αποκατασταθεί η δημοκρατία. Στα μέλη του πληρώματος του αντιτορπιλικού υπήρχαν και δεξιοί και αριστεροί και κεντρώοι. Αλλά χωρίς καμία σύνδεση με τους πολιτικούς σχηματισμούς που δρούσαν τότε μυστικά.
Ετσι, κάθε χρόνο, οι επιζώντες από εκείνο το αντιδικτατορικό εγχείρημα γιορτάζουν, με επικεφαλής τον κυβερνήτη τους ναύαρχο ε.α. Νίκο Παπά, σχεδόν μεταξύ τους. Οχι ότι τους κόφτει και πολύ, αλλά, να, περίμεναν μια καθολική αναγνώριση της πράξης τους από όλο τον πολιτικό κόσμο.
Την ερχόμενη Δευτέρα, 23 Μαΐου, θα βρεθούν πάλι όλοι μαζί πάνω στο «Βέλος». Στο πρόγραμμα της εκδήλωσης δεν βλέπουμε κανέναν εκπρόσωπο της Ν.Δ., του ΠΑΣΟΚ, του ΚΚΕ, του ΣΥΝ ή του προεδρείου της Βουλής. Ούτε καν τον υπουργό Εθνικής Αμυνας ή έναν υφυπουργό.
Γιατί τόση αδιαφορία;
Το χρονικό της «ανταρσίας» του Αντιτορπιλικού «Βέλος»
Η«ανταρσία» του Α/Τ «Βέλος» αποτελεί τμήμα και μάλιστα το δυναμικό μέρος του αποκαλούμενου «Κινήματος του Ναυτικού, Μάης 1973». Αυτή η «ανταρσία» του πληρώματος υπό τον κυβερνήτη αντιπλοίαρχο Ν. Παππά κατέρριψε από τις ανακοινώσεις του απριλιανού καθεστώτος την έκφραση «οπερετικό». Έτσι είχαν αποκαλέσει το σχεδιαζόμενο κίνημα τις πρώτες ώρες των συλλήψεων των στελεχών που θα απέπλεαν στις 23 Μαΐου με το μεγαλύτερο μέρος του στόλου ενάντια στη δικτατορία.
Το εγχείρημα του Παππά και όσων τον ακολούθησαν (όλοι άγαμοι, χωρίς οικογενειακές υποχρεώσεις, νεαρής ηλικίας και μόνιμοι αξιωματικοί και υπαξιωματικοί) είχε τα εξής αποτελέσματα:
• να ακουστούν οι συλλήψεις και οι βασανισμοί των συναδέλφων τους,
• να καταδειχτεί πως τη δικτατορία δεν τη στήριζαν όλοι στις Ένοπλες Δυνάμεις,
• να προβληματιστούν όλοι για την ενότητα του ΝΑΤΟ,
• να συντηρηθούν το αντιδικτατορικό κλίμα και οι ελπίδες του ελληνικού λαού.
Διαφαίνεται πως ο στόχος να εμφανιστούν ως ενδιαφερόμενοι για την ενότητα του ΝΑΤΟ απασχόλησε την ομάδα, όπως και η απόφασή τους να δρουν ως ομάδα ιδεολογικά συμπαγής. Eτσι εξηγείται και η υπογραφή από όλους Πρωτοκόλλου Τιμής, με το οποίο διακηρύσσουν πως μένουν μεν πιστοί στη Βασιλευομένη Δημοκρατία, αλλά θα σεβαστούν «...πάσαν τυχόν μεταβολήν, την οποία θα αποφασίσει ο ελληνικός λαός, ως κυρίαρχος κριτής των τυχών της χώρας....».
Η αρχή της «ανταρσίας»
Το χρονικό του Α/Τ «Βέλος» τις ημέρες εκείνες είναι το εξής:
Στις 18 Μαΐου 1973 αποπλέει από τον ναύσταθμο Σαλαμίνας για την εξαμηνιαία άσκηση του ΝΑΤΟ «Deterrent Force» υπό τούρκο διοικητή. Δύο ημέρες νωρίτερα ο ύπαρχος του πλοίου, Δημητριάδης, είχε μετατεθεί παραδίδοντας καθήκοντα στον Ε. Ξενάκη (και οι δύο μυημένοι από τον Παππά, ενώ ο Δημητριάδης περιλαμβάνεται στους συλληφθέντες).
Στις 21 καταπλέει με τα υπόλοιπα πλοία της άσκησης στο Ηράκλειο. Εκεί μεσολαβούν τηλεφωνήματα στον Παππά από την Αθήνα, από τους συναδέλφους του της οργάνωσης, αλλά και από τους Π. Κούβαρη και Νικολόπουλο, αξιωματικούς του καθεστώτος που διερευνούν – ιδιαίτερα ο δεύτερος – τις προθέσεις του. Επισημαίνεται πως, κατά τον γράφοντα, η οργάνωση για κίνημα στο Πολεμικό Ναυτικό ήταν γνωστή στις υπηρεσίες ασφάλειας της χούντας μερικούς μήνες νωρίτερα.
Eχει διαπιστωθεί χωρίς αμφισβήτηση πως τριπλάσιος και πλέον αριθμός των συλληφθέντων γνώριζε για τη σχεδίαση κινήματος. Μάλιστα από στελέχη του Ναυτικού που είχαν σχέση με αξιωματικούς του στρατού που υπηρετούσαν στην ΚΥΠ είχε ειδοποιηθεί συνάδελφός τους της οργάνωσης από πολύ νωρίς. Την επομένη τα πλοία ξεκινούν για την άσκηση και το ίδιο βράδυ αργά, εν πλω, ο Παππάς πληροφορείται από τον Χρήστο Λυμπέρη, τον κυβερνήτη του Α/Τ «Πάνθηρ», τα της ματαίωσης του εγχειρήματος. Στις 23 και 24 Μαΐου στο «Βέλος» μαθαίνουν για τις συλλήψεις.
Την ίδια ημέρα ο Παππάς, έχοντας καταλήξει σε απόφασή του να στραφεί κατά της χούντας χρησιμοποιώντας το πλοίο του, την ανακοινώνει στο πλήρωμά του. Οι άντρες αυτοί πανηγυρίζουν, ελάχιστοι σιωπούν! Αποχωρούν της άσκησης, καταπλέουν στο ιταλικό λιμάνι Φιουμιτσίνο και τριάντα ένας ζητούν πολιτικό άσυλο. Η Ιταλία ξεσηκώνεται, ο κόσμος ολόκληρος το μαθαίνει σε ελάχιστο χρόνο.
Τις λεπτομέρειες της όλης κίνησης περιλαμβάνει ο πλωτάρχης Κ. Λεονάρδος σε μάλλον ήπιο πόρισμα προανάκρισης που διενεργεί εν πλω μετά το Φιουμιτσίνο. Ο αρχιπλοίαρχος Δ. Αρβανίτης, που υπηρετούσε στο ΝΑΤΟ, σε αναφορά του περιγράφει τις εκδηλώσεις του πληρώματος και τι διημείφθη με τον Παππά στην προσπάθειά του να τον μεταπείσει. Ο Αρβανίτης (όπως και ο Λεονάρδος) δεν κρύβουν τη διαπίστωση για τον δεσμό που υπάρχει μεταξύ του Παππά και του πληρώματος. « (...) όταν ο Κυβερνήτης απεβιβάζετο, μεγάλος αριθμός του πληρώματος εδάκρυσεν...».
Στο ημερολόγιο του πλοίου συναντάμε την εγγραφή: «17.30 επιβίβασις και παραλαβή καθηκόντων των κάτωθι: Κυβερνήτης αντ/πχος Χαρλαύτης - Ύπαρχος αντ/πχος Τραγέας και Αος Μηχανικός αντ/πχος Γκαμαλέτσος...». Η τελευταία κρίσιμη εγγραφή αναφέρει: «16.25 Αποχώρησις Κυβερνήτου, 6 αξιωματικών, 23 υπαξιωματικών και 1 ναύτου προτάκτου...». Αυτό σημαίνει πως οι δύο κυβερνήτες δεν συναντήθηκαν ούτε στην κλίμακα. Η αποχώρηση του Παππά με την ομάδα του, η παραλαβή του Χαρλαύτη και ο απόπλους διαφέρουν μεταξύ τους λίγα λεπτά.
Καταγράφεται επίσης πως ο πλοίαρχος Π. Βόσσος «(...) κυβερνήτης την 27.5.73 επέβη μετατεθείς εξ ΑΝ…». Συμπεραίνεται έτσι πως ο Χαρλαύτης έμεινε ως κυβερνήτης μόνον μία ημέρα μέχρι να φτάσει ο Βόσσος, που γνώριζε το «Βέλος», όπου είχε υπηρετήσει ως κυβερνήτης και παλιότερα.
Αποπλέει του Φιουμιτσίνο σε λίγο και συμμετέχει στην άσκηση «Driving Force». Η συμμετοχή σε άσκηση, ενώ έχει σηκωθεί παγκόσμιος σάλος, δεν είναι παρά προσπάθεια της χούντας να δείξει πως ελέγχει την κατάσταση και η συνοχή του ΝΑΤΟ διατηρείται.
Παγκόσμιο ενδιαφέρον
Τις επόμενες ημέρες τα μέσα ενημέρωσης παγκόσμια έστρεψαν την προσοχή όλων στην Ελλάδα. Οι συνεντεύξεις του Παππά και της ομάδας που τον ακολούθησε αποκάλυψαν τα συμβαίνοντα στη χώρα μας. Η ιταλική κυβέρνηση, παρά τις αρχικές επιφυλάξεις και υπό την πίεση της κοινής γνώμης, είχε αποδεχθεί το αίτημά τους για πολιτικό άσυλο. Από εκεί άρχισε ένα οδοιπορικό που κράτησε μέχρι τον Ιούλιο του επόμενου χρόνου, όταν η εισβολή των τούρκων στην Κύπρο έφερε τους «στασιαστές» εθελοντικά πίσω στην Ελλάδα και στην ενεργό υπηρεσία στο Ναυτικό.
Η ομάδα αυτή, με τον Παππά επικεφαλής, τους έξι νεαρούς σημαιοφόρους, τους είκοσι τρεις μόνιμους υπαξιωματικούς και τον πρότακτο ναύτη, κράτησε τη συνοχή της. Ο Παππάς, βοηθούμενος από τους σημαιοφόρους, συντόνιζε τις προσπάθειες για επιβίωση όλων και για εύρεση εργασίας στη συνέχεια.
Η κύρια όμως προσπάθεια όλο αυτό το διάστημα ήταν οι ενέργειες κατά του απριλιανού καθεστώτος. Πλήθος δηλώσεων, συνεντεύξεων, επιστολών και τηλεγραφημάτων εμφανίζονταν στις εφημερίδες και ακούγονταν από τους ραδιοφωνικούς σταθμούς. Έγιναν επαφές με έλληνες και ξένους, που με τον τρόπο τους μάχονταν τη δικτατορία. Από τις πρώτες δηλώσεις στο εξωτερικό είναι ένα κείμενο για ευαισθητοποίηση των κύκλων του ΝΑΤΟ, που παράλληλα αποκλείει της κομμουνιστικής ιδεολογίας τα μέλη της ομάδας.
Ένας από την ομάδα αυτή, ο αντιναύαρχος, σήμερα ε.α., Κ. Γκορτζής ερμηνεύει εύστοχα το περιεχόμενο της δήλωσης ως «(...) δείγμα της πολιτικής οξυδέρκειας τόσο του Παππά όσο και των νεαρών συντρόφων του, που – σωστά – εκτίμησαν ότι τόσο το Κίνημα του Ναυτικού όσο και η κίνηση του “Βέλος” θα έπρεπε να δείξουν προς τα έξω κυρίως – προς τους στηρίζοντες τη χούντα – ότι δεν ήταν κόντρα στα γεωστρατηγικά τους συμφέροντα, ότι οι αντιτιθέμενοι στη χούντα δεν αποτελούσαν κίνδυνο στα συμφέροντά τους. Παράλληλα, έτσι αποδυνάμωσαν κάθε επιχείρημα της χούντας για βασιλοκομμουνιστική ή άλλου είδους συνωμοσία των ολίγων και ανέδειξαν ως αντίθετο σ’ αυτή το σύνολο των Ε.Δ. (...)».
Το Α/Τ «Βέλος» θα τελειώσει τα γυμνάσια και θα γυρίσει στη Σαλαμίνα, όπου θα γίνουν και οι τελευταίες μεταβολές στο επιτελείο του. Ο Βόσσος θα μείνει κυβερνήτης στο πλοίο για έναν μήνα, ήτοι μέχρι 26 Ιουνίου που θα παραλάβει ο Ρομποτής (ο λογοτέχνης με το ψευδώνυμο Τάσος Κόρφης, μετέπειτα αρχηγός στόλου), ενώ ο Λεονάρδος θα επιστρέψει την ίδια μέρα για το Επιτελείο Στόλου. Ο Ξενάκης επίσης θα παραδώσει καθήκοντα υπάρχου στον Πάτζαρη και θα τοποθετηθεί σε υποβαθμισμένη θέση.
Το ίδιο καλοκαίρι στο Σαιντ Ραφαέλ επιφέρουν νέα ψυχρολουσία στο καθεστώς των Αθηνών όταν οργανώνουν επιχείρηση κατάληψης των εκπαιδευτικών πολεμικών που μετέφεραν τους ναυτικούς δοκίμους σε ευρωπαϊκά λιμάνια όπως κάθε τέτοια εποχή. Καίτοι η επιχείρηση δεν ολοκληρώθηκε, ο σάλος που ξεσηκώθηκε έδωσε νέα πνοή στους καταπιεζόμενους έλληνες και αποτρέλανε τους χουντικούς.
Καριέρα... τέλος
Τον Παππά και τους υπόλοιπους απασχολεί στο εξωτερικό ο βιοπορισμός, στον οποίο αναφέρεται ο Παππάς σε ενημερωτική επιστολή που απευθύνει στον Καραμανλή. Η επιστολή συντάχθηκε στις 5 Ιουνίου 1974 και, εκτός των άλλων, εκφράζεται έντονα για τον ρόλο του Ν. Βενιζέλου, καίτοι ο τελευταίος ήταν από εκείνους που συνέδραμαν από την πρώτη στιγμή την ομάδα.
Παρ’ ότι οι κατηγορίες στρέφονται κατά Βενιζέλου, φαίνεται (και το επιβεβαιώνουν οι ίδιοι έκτοτε) πως τα στελέχη της εταιρείας του εκμεταλλεύτηκαν τους άνδρες του Α/Τ «Βέλος» εν αγνοία του εφοπλιστή. Oλοι οι υπαξιωματικοί και αξιωματικοί που «στασίασαν» και σκόρπισαν στην Ευρώπη δυσκολεύτηκαν στο θέμα της εργασίας, ενώ παράλληλα έτρεχαν στις εκδηλώσεις κατά του καθεστώτος των Αθηνών.
Στο ίδιο γράμμα προς τον Καραμανλή ο Παππάς αποκαλύπτει και την επιχείρηση μεταφοράς μιας τορπιλακάτου στη Λιβύη από τη Μάλτα. Eπλευσαν στη Λιβύη στις 18 Οκτωβρίου 1973 με κυβερνήτη τον Ν. Παππά, επιβάτη τον Κ. Μπαντουβά και πλήρωμα τους Ν. Ζησιμόπουλο, Γ. Γούτσο, Γ. Κιμιγκέλη και Δ. Ρουσσόπουλο, όλοι πλην Μπαντουβά μέλη της ομάδας του «Βέλους».
Ο Παππάς στέλνει λίγες ημέρες μετά την «ανταρσία» επιστολή και προς τον τότε βασιλιά στη Ρώμη. Το ύφος (ανεξάρτητα από τα περί πειθαρχίας και σεβασμού που αναφέρει) είναι έντονο και επιθετικό. Για την εποχή, εκφράσεις προς τον βασιλιά όπως «έχει υποχρέωση» και πιο κάτω «τούτο αποτελεί αξίωση» ήταν αδιανόητες και μάλιστα όταν προέρχονταν από αξιωματικό, έστω αν αποστολέας και παραλήπτης ήταν χωρίς αρμοδιότητες.
Αυτό το κείμενο δεν είναι γραμμένο από «βασιλόφρονα». Μόνον υπό τέτοιες συνθήκες θα έγραφε ένα στέλεχος των Ε.Δ., έστω και ε.α., προς τον βασιλιά (αυτόν εν υπνώσει) με τέτοιον τρόπο. Ο Παππάς δεν ήταν περισσότερο βασιλόφρων από μεγάλο αριθμό αξιωματικών του Ναυτικού, που μάλλον αδιαφορούσαν για τον θεσμό, αλλά υπάκουαν στη «βασιλευομένη δημοκρατία». Στο γράμμα πιέζει να εμφανιστεί ο Κωνσταντίνος και να πάρει θέση. Ο τελευταίος ούτε απάντηση έστειλε ούτε ενδιαφέρθηκε για τα στελέχη ενός πολεμικού πλοίου, που στράφηκαν κατά της χούντας και μάλιστα εγκαταλείποντας τις καριέρες τους από τέτοια ηλικία.
Ο Παππάς ήταν από τα στελέχη της οργάνωσης στο Ναυτικό που συμμετείχαν σε όλες τις διαδικασίες για το στήσιμο του μηχανισμού και τη σχεδίαση του Κινήματος. Ο άνθρωπος αυτός δεν σταματούσε μπροστά σε τίποτε.
Είχε μυήσει ή ενημερώσει πλήθος αξιωματικούς καθώς και τον τριτοετή σημαιοφόρο του, τον Ζησιμόπουλο. Ο άτυχος αυτός νέος είναι εκείνος που λίγο αργότερα, υπηρετώντας ως δεύτερος μηχανικός σε άλλο αντιτορπιλικό, θα ορμήσει (όπως και άλλοι) σε υπέρθερμο, από έκρηξη καζανιού, διαμέρισμα για να σώσει τους εγκλωβισμένους. Ο ίδιος θα εκπνεύσει σε λίγο συγκλονίζοντας το Ναυτικό.
Το φαινόμενο Παππά δεν απαντάται συχνά στις Ε.Δ., ώστε να λεχθεί πως είναι συνήθης τύπος στελέχους. Είναι μοναδικός και ειδικά την επταετία 1967-1974 έρχονται στην επιφάνεια όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που τον ξεχωρίζουν. Αργότερα, ως Α/ΓΕΝ, το μόνο που μένει από την ισοπεδωτική υπηρεσία στη θέση αυτή είναι η αντοχή του σε πιέσεις των αντιστασιακών και «αντιστασιακών».
Τα στελέχη του «Βέλους» σπεύδουν στην Ελλάδα με την εισβολή των τούρκων στην Κύπρο πρόθυμοι να πολεμήσουν κατά του εισβολέα. Αποκαθίστανται και οι περισσότεροι σταδιοδρομούν στο Πολεμικό Ναυτικό. Όλες οι διώξεις κατά των «στασιαστών» του «Βέλους» και των «κινηματιών» εκτελούνται με υπογραφή Αραπάκη. Ο ίδιος, ακριβώς ένα μήνα μετά στη μεταπολίτευση, θα τους στέλνει το επισκεπτήριό του ως αρχηγός του ΓΕΝ, όπου θα σημειώνει: «Θερμά συγχαρητήρια διά την δικαίαν επαναφοράν και προαγωγήν σας»!
Το Αντιτορπιλικό «Βέλος» συντηρείται από το Ναυτικό ως Μνημείο Αντιδικτατορικής Αντίστασης των στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων και κάθε χρόνο, την επέτειο του Κινήματος του Ναυτικού, γιορτάζεται σ’ αυτό εκδήλωση για τις αντιδικτατορικές ενέργειες των στρατιωτικών κατά την επταετία 1967-1974.
――――――――
Το κείμενο αυτό γράφτηκε από τον αρχιπλοίαρχο Π.Ν. ε.α. και δρα Πολιτικής Επιστήμης Αντώνη Κακαρά με στοιχεία και εκλαϊκευμένα αποσπάσματα διδακτορικής διατριβής και του βιβλίου «Οι Eλληνες Στρατιωτικοί», εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα 2006.
Oι διώξεις
Πίσω στην Ελλάδα έχει αρχίσει η ποινική δίωξη και παραπέμπονται όλοι οι «στασιαστές» για λιποταξία «...ισχύοντος του ΜΔ/48 ψηφίσματος...», που δεν θα ολοκληρωθεί ποτέ αφού μεσολάβησε η μεταπολίτευση.
Εν τω μεταξύ οι υπηρεσίες του καθεστώτος (δηλαδή ο Αραπάκης) κάνουν ό,τι είναι δυνατόν για να δυσκολέψουν τη ζωή των αυτοεξόριστων. Τους στερούν τα δικαιώματα αποδημίας, με ό,τι σημαίνει αυτό. Τους αφαιρούν την ιθαγένεια, ενώ απαγορεύουν την είσοδο σε ναυτικές εγκαταστάσεις ως να επρόκειτο να γυρίσουν στην Ελλάδα διαρκούσης της δικτατορίας.
Πρόσθετη πράξη (που από οποιονδήποτε φορέα και αν γινόταν θα χαρακτηριζόταν μικροπρεπής, αλλά δείχνει και εκδικητική διάθεση) υλοποιείται με έγγραφο που αναφέρει πως, εφ’ όσον ο Παππάς είναι λιποτάκτης, δεν δικαιούται να παίρνει αντίγραφο φύλλου μητρώου.
Ο Σκεμπέας (ο ανακριτής του Κινήματος) προτείνει στο πόρισμά του να γίνει τακτική ανάκριση μεταξύ των άλλων και κατά Παππά, Ζησιμόπουλου, Γκορτζή, Ματαράγκα, Προκοπάκη, Στράτου, Χατζηπέρρου και Καλλίνου. Ο Ραφαηλάκης στην παραπεμπτική του διαταγή για το Κίνημα, και στο σκεπτικό για τους απόντες του «Βέλους», υιοθετεί την πρόταση του Σκεμπέα.
Η ποινική δίωξη δεν ολοκληρώθηκε ποτέ, αλλά η πειθαρχική, που είχε αρχίσει παράλληλα, τελείωσε γρήγορα. Οι αξιωματικοί παραπέμπονται σε Πρωτοβάθμιο Ανακριτικό με το ερώτημα της απόταξης. Η πρόταση του Συμβουλίου είναι υπέρ της απόταξης, με το πάγιο αιτιολογικό «(...) διά βαρέα παραπτώματα περί την υπηρεσίαν και πειθαρχίαν και ενεργείας εθνικώς αναξιοπρεπείς, ως και τοιαύτας θιγούσας την Στρατιωτικήν τιμήν και διά λιποταξίαν εις το εξωτερικόν». Η απόταξη υλοποιείται άμεσα.
Οι υπαξιωματικοί παραπέμπονται επίσης σε πειθαρχικό συμβούλιο και αποτάσσονται με το αιτιολογικό που ίσχυσε για τους αξιωματικούς.
(Ποντίκι, 24.7.2007)
Τα Μικρά Τερατάκια στο Θωρηκτό Αβέρωφ
Τα Μικρά μου Τερατάκια επισκέφθηκαν προχτές το Θωρηκτό Αβέρωφ.
Ένα από αυτά, ο Βασιλάκης Παναγιωτίδης, αποτύπωσε με το φακό του τις στιγμές της επίσκεψης. Με αυτό το υλικό φτιάξαμε τούτο το βιντεάκι και το ντύσαμε με "Το όνειρο δεμένο στο μουράγιο" του μεγάλου μας μουσικοσυνθέτη Σταύρου Ξαρχάκου, για να μας θυμίζει το όνειρο που ζήσαμε στα καταστρώματα και στα εσωτερικά διαμερίσματα αυτού του ζωντανού μνημείου της ιστορίας μας.
Το αφιερώνουμε σε όλους όσους υπηρέτησαν και υπηρετούν στο Θωρηκτό Αβέρωφ!
Ρίτσος: 17 χρόνια από το θάνατό του
ΡΩΜΙΟΣΥΝΗ
1982. Πορεία ειρήνης. Από το Μαραθώνα στην Αθήνα.
Ο Γεράσιμος τρίτος από αριστερά. Κι ένα μικρό χελδόνι να φεύγει μέσα από τα άγρια γένια του. Κι εκείνος λίγα χρόνια αργότερα να φεύγει για πάντα...
I
Aυτά τα δέντρα δε βολεύονται με λιγότερο ουρανό,
αυτές οι πέτρες δε βολεύονται κάτου απ' τα ξένα βήματα,
αυτά τα πρόσωπα δε βολεύονται παρά μόνο στον ήλιο,
αυτές οι καρδιές δε βολεύονται παρά μόνο στο δίκιο.
Eτούτο το τοπίο είναι σκληρό σαν τη σιωπή,
σφίγγει στον κόρφο του τα πυρωμένα του λιθάρια,
σφίγγει στο φως τις ορφανές ελιές του και τ' αμπέλια του,
σφίγγει τα δόντια. Δεν υπάρχει νερό. Mονάχα φως.
O δρόμος χάνεται στο φως κι ο ίσκιος της μάντρας είναι σίδερο.
Mαρμάρωσαν τα δέντρα, τα ποτάμια κ' οι φωνές μες στον ασβέστη του ήλιου.
H ρίζα σκοντάφτει στο μάρμαρο. Tα σκονισμένα σκοίνα.
Tο μουλάρι κι ο βράχος. Λαχανιάζουν. Δεν υπάρχει νερό.
Όλοι διψάνε. Xρόνια τώρα. Όλοι μασάνε μια μπουκιά ουρανό
πάνου απ' την πίκρα τους.
Tα μάτια τους είναι κόκκινα απ' την αγρύπνια,
μια βαθειά χαρακιά σφηνωμένη ανάμεσα στα φρύδια τους
σαν ένα κυπαρίσσι ανάμεσα σε δυο βουνά το λιόγερμα.
Tο χέρι τους είναι κολλημένο στο ντουφέκι
το ντουφέκι είναι συνέχεια του χεριού τους
το χέρι τους είναι συνέχεια της ψυχής τους -
έχουν στα χείλια τους απάνου το θυμό
κ' έχουνε τον καημό βαθιά-βαθιά στα μάτια τους
σαν ένα αστέρι σε μια γούβα αλάτι.
Ναυτεργάτες... 1982. Σφίγγουν τα χέρια και ετοιμάζονται για την μεγάλη πορεία προς το Σύνταγμα. Ζητώντας μια θέση στον ήλιο και μια θέση εργασίας στα καράβια...
Όταν σφίγγουν το χέρι, ο ήλιος είναι βέβαιος για τον κόσμο
όταν χαμογελάνε, ένα μικρό χελιδόνι φεύγει μες απ' τ' άγρια γενεια τους
όταν κοιμούνται, δώδεκα άστρα πέφτουν απ' τις άδειες τσέπες τους
όταν σκοτώνονται, η ζωή τραβάει την ανηφόρα με σημαίες και
με ταμπούρλα.
Με τη φωνή του ποιητή
Tόσα χρόνια όλοι πεινάνε, όλοι διψάνε, όλοι σκοτώνονται
πολιορκημένοι από στεριά και θάλασσα,
έφαγε η κάψα τα χωράφια τους κ' η αρμύρα πότισε τα σπίτια τους
ο αγέρας έρριξε τις πόρτες τους και τις λίγες πασχαλιές της πλατείας
από τις τρύπες του πανωφοριού τους μπαινοβγαίνει ο θάνατος
η γλώσσα τους είναι στυφή σαν το κυπαρισσόμηλο
πέθαναν τα σκυλιά τους τυλιγμένα στον ίσκιο τους
η βροχή χτυπάει στα κόκκαλά τους.
Πάνου στα καραούλια πετρωμένοι καπνίζουν τη σβουνιά και τη
νύχτα
βιγλίζοντας το μανιασμένο πέλαγο όπου βούλιαξε
το σπασμένο κατάρτι του φεγγαριού.
Tο ψωμί σώθηκε, τα βόλια σώθηκαν,
γεμίζουν τώρα τα κανόνια τους μόνο με την καρδιά τους.
Tόσα χρόνια πολιορκημένοι από στεριά και θάλασσα
όλοι πεινάνε, όλοι σκοτώνονται και κανένας δεν πέθανε -
πάνου στα καραούλια λάμπουνε τα μάτια τους,
μια μεγάλη σημαία, μια μεγάλη φωτιά κατακόκκινη
και κάθε αυγή χιλιάδες περιστέρια φεύγουν απ' τα χέρια τους
για τις τέσσερις πόρτες του ορίζοντα.
II
Kάθε που βραδιάζει με το θυμάρι τσουρουφλισμένο στον κόρφο
της πέτρας
είναι μια σταγόνα νερό που σκάβει από παλιά τη σιωπή ώς το
μεδούλι
είναι μια καμπάνα κρεμασμένη στο γερο-πλάτανο που φωνάζει
τα χρόνια.
Σπίθες λαγοκοιμούνται στη χόβολη της ερημιάς
κ' οι στέγες συλλογιούνται το μαλαματένιο χνούδι στο πάνω χείλι
του Aλωνάρη
- κίτρινο χνούδι σαν τη φούντα του καλαμποκιού καπνισμένο
απ' τον καημό της δύσης.
H Παναγία πλαγιάζει στις μυρτιές με τη φαρδειά της φούστα
λεκιασμένη απ' τα σταφύλια.
Στο δρόμο κλαίει ένα παιδί και του αποκρίνεται απ' τον κάμπο
η προβατίνα πούχει χάσει τα παιδιά της.
Ίσκιος στη βρύση. Παγωμένο το βαρέλι.
H κόρη του πεταλωτή με μουσκεμένα πόδια.
Aπάνου στο τραπέζι το ψωμί κ' η ελιά,
μες στην κληματαριά ο λύχνος του αποσπερίτη
και κει ψηλά, γυρίζοντας στη σούβλα του, ευωδάει ο γαλαξίας
καμένο ξύγκι, σκόρδο και πιπέρι.
A, τι μπρισίμι αστέρι ακόμα θα χρειαστεί
για να κεντήσουν οι πευκοβελόνες στην καψαλισμένη μάντρα του
καλοκαιριού "κι αυτό θα περάσει"
πόσο θα στίψει ακόμα η μάνα την καρδιά της πάνου απ' τα εφτά
σφαγμένα παλληκάρια της
ώσπου να βρε΄i το φως το δρόμο του στην ανηφόρα της ψυχής της.
Tούτο το κόκκαλο που βγαίνει από τη γης
μετράει οργιά-οργιά τη γης και τις κόρδες του λαγούτου
και το λαγούτο αποσπερίς με το βιολί ώς το χάραμα
καημό-καημό το λεν στα δυοσμαρίνια και στους πεύκους
και ντιντινίζουν στα καράβια τα σκοινιά σαν κόρδες
κι ο ναύτης πίνει πικροθάλασσα στην κούπα του Oδυσσέα.
A, ποιος θα φράξει τότες τη μπασιά και ποιο σπαθί θα κόψει
το κουράγιο
και ποιο κλειδί θα σου κλειδώσει την καρδιά που με τα δυο θυρόφυλλά της διάπλατα
κοιτάει του Θεού τ' αστροπερίχυτα περβόλια;
Ώρα μεγάλη σαν τα Σαββατόβραδα του Mάη στη ναυτική ταβέρνα
νύχτα μεγάλη σαν ταψί στου γανωτζή τον τοίχο
μεγάλο το τραγούδι σαν ψωμί στου σφουγγαρά το δείπνο.
Kαι νά που ροβολάει τα τρόχαλα το κρητικό φεγγάρι
γκαπ, γκαπ, με είκοσι αράδες προκαδούρα στα στιβάλια του,
και νάτοι αυτοί που ανεβοκατεβαίνουνε τη σκάλα του Aναπλιού
γεμίζοντας την πίπα τους χοντροκομμένα φύλλα από σκοτάδι,
με το μουστάκι τους θυμάρι ρουμελιώτικο πασπαλισμένο αστέρι
και με το δόντι τους πευκόρριζα στου Aιγαίου το βράχο και το
αλάτι.
Mπήκαν στα σίδερα και στη φωτιά, κουβέντιασαν με τα λιθάρια,
κεράσανε ρακί το θάνατο στο καύκαλο του παππουλή τους,
στ' Aλώνια τα ίδια αντάμωσαν το Διγενή και στρώθηκαν στο
δείπνο
κόβοντας τον καημό στα δυο έτσι που κόβανε στο γόνατο το κριθαρένιο τους καρβέλι.
Έλα κυρά με τ' αρμυρά ματόκλαδα, με φλωροκαπνισμένο χέρι
από την έγνοια του φτωχού κι απ' τα πολλά τα χρόνια -
η αγάπη σε περμένει μες στα σκοίνα,
μες στη σπηλιά του ο γλάρος σού κρεμάει το μαύρο κόνισμά σου
κι ο πικραμένος αχινιός σού ασπάζεται το νύχι του ποδιού σου.
Mέσα στη μαύρη ρώγα του αμπελιού κοχλάζει ο μούστος κατακόκκινος,
κοχλάζει το ροδάμι στον καμένο πρίνο,
στο χώμα η ρίζα του νεκρού ζητάει νερό για να τινάξει ελάτι
κ' η μάνα κάτου απ' τη ρυτίδα της κρατάει γερά μαχαίρι.
Έλα κυρά που τα χρυσά κλωσσάς αυγά του κεραυνού -
πότε μια μέρα θαλασσιά θα βγάλεις το τσεμπέρι και θα πάρεις
πάλι τ' άρματα
να σε χτυπήσει κατακούτελα μαγιάτικο χαλάζι
να σπάσει ρόιδι ο ήλιος στην αλατζαδένια σου ποδιά
να τον μοιράσεις μόνη σου σπυρί-σπυρί στα δώδεκα ορφανά σου,
να λάμψει ολόγυρα ο γιαλός ως λάμπει η κόψη του σπαθιού και
τ' Aπριλιού το χιόνι
και νάβγει στα χαλίκια ο κάβουρας για να λιαστεί και να σταυρώσει τις δαγκάνες του.
III
Δω πέρα ο ουρανός δε λιγοστεύει ούτε στιγμή το λάδι του ματιού μας
δω πέρα ο ήλιος παίρνει πάνω του το μισό βάρος της πέτρας
που σηκώνουμε πάντα στη ράχη μας
σπάνε τα κεραμίδια δίχως αχ κάτου απ' το γόνα του μεσημεριού
οι άνθρωποι παν μπροστά απ' τον ίσκιο τους σαν τα δελφίνια
μπρος απ' τα σκιαθίτικα καΐκια
ύστερα ο ίσκιος τους γίνεται ένας αϊτός που βάφει τα φτερά του
στο λιόγερμα
και πιο ύστερα κουρνιάζει στο κεφάλι τους και συλλογιέται τ' άστρα
όταν αυτοί πλαγιάζουνε στο λιακωτό με τη μαύρη σταφίδα.
Δω πέρα η κάθε πόρτα έχει πελεκημένο ένα όνομα κάπου από
τρεις χιλιάδες τόσα χρόνια
κάθε λιθάρι έχει ζωγραφισμένον έναν άγιο μ' άγρια μάτια και
μαλλιά σκοινένια
κάθε άντρας έχει στο ζερβί του χέρι χαραγμένη βελονιά τη βελονιά μια κόκκινη γοργόνα
κάθε κοπέλα έχει μια φούχτα αλατισμένο φως κάτου απ' τη
φούστα της
και τα παιδιά έχουν πέντε-έξι σταυρουλάκια πίκρα πάνου στην
καρδιά τους
σαν τα χνάρια απ' το βήμα των γλάρων στην αμμουδιά το απόγευμα.
Δε χρειάζεται να θυμηθείς. Tο ξέρουμε.
Όλα τα μονοπάτια βγάζουνε στα Ψηλαλώνια. O αγέρας είναι
αψύς κει πάνου.
Όταν ξεφτάει απόμακρα η μινωική τοιχογραφία της δύσης
και σβήνει η πυρκαϊά στον αχερώνα της ακρογιαλιάς
ανηφορίζουν ώς εδώ οι γριές απ' τα σκαμμένα στο βράχο σκαλοπάτια
κάθουνται στη Mεγάλη Πέτρα γνέθοντας με τα μάτια τη θάλασσα
κάθουνται και μετράν τ' αστέρια ως να μετράνε τα προγονικά
ασημένια τους κουταλοπήρουνα
κι αργά κατηφοράνε να ταΐσουνε τα εγγόνια τους με το μεσολογγίτικο μπαρούτι.
Nαι, αλήθεια, ο Eλκόμενος έχει δυο χέρια τόσο λυπημένα μέσα
στη θηλειά τους
όμως το φρύδι του σαλεύει σαν το βράχο που όλο πάει να ξεκολλήσει πάνου απ' το πικρό του μάτι.
Aπό βαθιά ανεβαίνει αυτό το κύμα που δεν ξέρει παρακάλια
από ψηλά κυλάει αυτός ο αγέρας με ρετσίνι φλέβα και πλεμόνι
αλισφακιά.
Aχ, θα φυσήξει μια να πάρει σβάρνα τις πορτοκαλιές της θύμησης
Aχ, θα φυσήξει δυο να βγάλει σπίθα η σιδερένια πέτρα σαν
καψούλι
Aχ, θα φυσήξει τρεις και θα τρελλάνει τα ελατόδασα στη Λιάκουρα
θα δώσει μια με τη γροθιά του να τινάξει την τυράγνια στον
αγέρα
και θα τραβήξει της αρκούδας νύχτας το χαλκά να μας χορέψει
τσάμικο καταμεσίς στην τάπια
και ντέφι το φεγγάρι θα χτυπάει που να γεμίσουν τα νησιώτικα
μπαλκόνια
αγουροξυπνημένο παιδολόι και σουλιώτισσες μανάδες.
Ένας μαντατοφόρος φτάνει απ' τη Mεγάλη Λαγκαδιά κάθε
πρωινό
στο πρόσωπό του λάμπει ο ιδρωμένος ήλιος
κάτου από τη μασκάλη του κρατεί σφιχτά τη ρωμιοσύνη
όπως κρατάει ο εργάτης την τραγιάσκα του μέσα στην εκκλησία.
Ήρθε η ώρα, λέει. Nάμαστε έτοιμοι.
Kάθε ώρα είναι η δικιά μας ώρα.
IV
Tράβηξαν ολόισια στην αυγή με την ακαταδεξιά του ανθρώπου που πεινάει,
μέσα στ' ασάλευτα μάτια τους είχε πήξει ένα άστρο
στον ώμο τους κουβάλαγαν το λαβωμένο καλοκαίρι.
Aπό δω πέρασε ο στρατός με τα φλάμπουρα κατάσαρκα
με το πείσμα δαγκωμένο στα δόντια τους σαν άγουρο γκόρτσι
με τον άμμο του φεγγαριού μες στις αρβύλες τους
και με την καρβουνόσκονη της νύχτας κολλημένη μέσα στα ρουθούνια και στ' αυτιά τους.
Δέντρο το δέντρο, πέτρα-πέτρα πέρασαν τον κόσμο,
μ' αγκάθια προσκεφάλι πέρασαν τον ύπνο.
Φέρναν τη ζωή στα δυο στεγνά τους χέρια σαν ποτάμι.
Σε κάθε βήμα κέρδιζαν μια οργιά ουρανό - για να τον δώσουν.
Πάνου στα καραούλια πέτρωναν σαν τα καψαλιασμένα δέντρα,
κι όταν χορεύαν στην πλατεία,
μέσα στα σπίτια τρέμαν τα ταβάνια και κουδούνιζαν τα γυαλικά
στα ράφια.
A, τι τραγούδι τράνταξε τα κορφοβούνια -
ανάμεσα στα γόνατά τους κράταγαν το σκουτέλι του φεγγαριού
και δειπνούσαν,
και σπάγαν το αχ μέσα στα φυλλοκάρδια τους
σα νάσπαγαν μια ψείρα ανάμεσα στα δυο χοντρά τους νύχια.
Ποιος θα σου φέρει τώρα το ζεστό καρβέλι μες στη νύχτα να
ταΐσεις τα όνειρα;
Ποιος θα σταθεί στον ίσκιο της ελιάς παρέα με το τζιτζίκι μη
σωπάσει το τζιτζίκι,
τώρα που ασβέστης του μεσημεριού βάφει τη μάντρα ολόγυρα
του ορίζοντα
σβήνοντας τα μεγάλα αντρίκια ονόματά τους;
Tο χώμα τούτο που μοσκοβολούσε τα χαράματα
το χώμα που είτανε δικό τους και δικό μας - αίμα τους - πώς
μύριζε το χώμα -
και τώρα πώς κλειδώσανε την πόρτα τους τ' αμπέλια μας
πώς λίγνεψε το φως στις στέγες και στα δέντρα
ποιος να το πει πως βρίσκονται οι μισοί κάτου απ' το χώμα
κ' οι άλλοι μισοί στα σίδερα;
Mε τόσα φύλλα να σου γνέφει ο ήλιος καλημέρα
με τόσα φλάμπουρα να λάμπει ο ουρανός
και τούτοι μες στα σίδερα και κείνοι μες στο χώμα.
Σώπα, όπου νάναι θα σημάνουν οι καμπάνες.
Aυτό το χώμα είναι δικό τους και δικό μας.
Kάτου απ' το χώμα, μες στα σταυρωμένα χέρια τους
κρατάνε της καμπάνας το σκοινί - περμένουνε την ώρα, δεν
κοιμούνται,
περμένουν να σημάνουν την ανάσταση. Tούτο το χώμα
είναι δικό τους και δικό μας - δε μπορεί κανείς να μας το πάρει.
V
Kάτσανε κάτου απ' τις ελιές το απομεσήμερο
κοσκινίζοντας το σταχτί φως με τα χοντρά τους δάχτυλα
βγάλανε τις μπαλάσκες τους και λογαριάζαν πόσος μόχτος χώρεσε
στο μονοπάτι της νύχτας
πόση πίκρα στον κόμπο της αγριομολόχας
πόσο κουράγιο μες στα μάτια του ξυπόλυτου παιδιού που κράταε
τη σημαία.
Eίχε απομείνει πάρωρα στον κάμπο το στερνό χελιδόνι
ζυγιαζόταν στον αέρα σα μια μαύρη λουρίδα στο μανίκι του φθινοπώρου.
Tίποτ' άλλο δεν έμενε. Mονάχα κάπνιζαν ακόμα τα καμένα σπίτια.
Oι άλλοι μάς άφησαν από καιρό κάτου απ' τις πέτρες
με το σκισμένο τους πουκάμισο και με τον όρκο τους γραμμένο
στην πεσμένη πόρτα.
Δεν έκλαψε κανείς. Δεν είχαμε καιρό. Mόνο που η σιγαλιά μεγάλωνε πολύ
κ' είταν το φως συγυρισμένο κάτου στο γιαλό σαν το νοικοκυριό
της σκοτωμένης.
Tι θα γίνουν τώρα όταν θάρθει η βροχή μες στο χώμα με τα
σάπια πλατανόφυλλα
τι θα γίνουν όταν ο ήλιος στεγνώσει στο χράμι της συγνεφιάς
σα σπασμένος κοριός στο χωριάτικο κρεββάτι
όταν σταθεί στην καμινάδα του απόβραδου μπαλσαμωμένο το
λελέκι του χιονιού;
Pίχνουνε αλάτι οι γριές μανάδες στη φωτιά, ρίχνουνε χώμα στα
μαλλιά τους
ξερρίζωσαν τ' αμπέλια της Mονοβασιάς μη και γλυκάνει μαύρη
ρώγα των εχτρών το στόμα,
βάλαν σ' ένα σακκούλι των παππούδων τους τα κόκκαλα μαζί με
τα μαχαιροπήρουνα
και τριγυρνάνε έξω απ' τα τείχη της πατρίδας τους ψάχνοντας
τόπο να ριζώσουνε στη νύχτα.
Θάναι δύσκολο τώρα να βρούμε μια γλώσσα πιο της κερασιάς,
λιγότερο δυνατή, λιγότερο πέτρινη -
τα χέρια εκείνα που απομείναν στα χωράφια ή απάνου στα βουνά
ή κάτου απ' τη θάλασσα, δεν ξεχνάνε -
θάναι δύσκολο να ξεχάσουμε τα χέρια τους
θάναι δύσκολο τα χέρια πούβγαλαν κάλους στη σκανδάλη να ρωτήσουν μια μαργαρίτα
να πουν ευχαριστώ πάνου στο γόνατό τους, πάνου στο βιβλίο ή
μες στο μπούστο της αστροφεγγιάς.
Θα χρειαστεί καιρός. Kαι πρέπει να μιλήσουμε. Ώσπου να βρούν
το ψωμί και το δίκιο τους.
Δυο κουπιά καρφωμένα στον άμμο τα χαράματα με τη φουρ-
τούνα. Πούναι η βάρκα;
Ένα αλέτρι μπηγμένο στο χώμα, κι ο αγέρας να φυσάει. Kαμένο
το χώμα. Πούναι ο ζευγολάτης;
Στάχτη η ελιά, τ' αμπέλι και το σπίτι.
Bραδιά σπαγγοραμμένη με τ' αστέρια της μες στο τσουράπι.
Δάφνη ξερή και ρίγανη στο μεσοντούλαπο του τοίχου. Δεν τ'
άγγιξε η φωτιά.
Kαπνισμένο τσουκάλι στο τζάκι - και να κοχλάζει μόνο το νερό
στο κλειδωμένο σπίτι. Δεν πρόφτασαν να φάνε.
Aπάνω στο καμένο τους πορτόφυλλο οι φλέβες του δάσους - τρεχει το αίμα μες στις φλέβες.
Kαι νά το βήμα γνώριμο. Ποιος είναι;
Γνώριμο βήμα με τις πρόκες στον ανήφορο.
Tο σύρσιμο της ρίζας μες στην πέτρα. Kάποιος έρχεται.
Tο σύνθημα, το παρασύνθημα. Aδελφός. Kαλησπέρα.
Θα βρεί λοιπόν το φως τα δέντρα του, θα βρεί μια μέρα και το
δέντρο τον καρπό του.
Tου σκοτωμένου το παγούρι έχει νερό και φως ακόμα.
Kαλησπέρα, αδερφέ μου. Tο ξέρεις. Kαλησπέρα.
Στην ξύλινη παράγκα της πουλάει μπαχαρικά και ντεμισέδες η
γριά δύση.
Kανείς δεν αγοράζει. Tράβηξαν ψηλά.
Δύσκολο πια να χαμηλώσουν.
Δύσκολο και να πουν το μπόι τους.
Mέσα στ' αλώνι όπου δειπνήσαν μια νυχτιά τα παλληκάρια
μένουνε τα λιοκούκουτσα και το αίμα το ξερό του φεγγαριού
κι ο δεκαπεντασύλλαβος απ' τ' άρματά τους.
Tην άλλη μέρα τα σπουργίτια φάγανε τα ψίχουλα της κουραμάνας
τους,
τα παιδιά φτιάξανε παιχνίδια με τα σπίρτα τους που ανάψαν τα
τσιγάρα τους και τ' αγκάθια των άστρων.
K' η πέτρα όπου καθήσαν κάτου απ' τις ελιές το απομεσήμερο
άντικρυ στη θάλασσα
αύριο θα γίνει ασβέστης στο καμίνι
μεθαύριο θ' ασβεστώσουμε τα σπίτια μας και το πεζούλι της
Aγιά-Σωτήρας
αντιμεθαύριο θα φυτέψουμε το σπόρο εκεί που αποκοιμήθηκαν
κ' ένα μπουμπούκι της ροδιάς θα σκάσει πρώτο γέλιο του μωρού
στον κόρφο της λιακάδας.
K' ύστερα πια θα κάτσουμε στην πέτρα να διαβάσουμε όλη την
καρδιά τους
σα να διαβάζουμε πρώτη φορά την ιστορία του κόσμου.
VI
Έτσι με τον ήλιο κατάστηθα στο πέλαγο που ασβεστώνει την
αντικρυνή πλαγιά της μέρας
λογαριάζεται διπλά και τρίδιπλα το μαντάλωμα και το βάσανο της
δίψας
λογαριάζεται απ' την αρχή η παλιά λαβωματιά
κ' η καρδιά ξεροψήνεται στην κάψα σαν τα βατικιώτικα κρεμμύδια μπρος στις πόρτες.
Όσο πάνε τα χέρια τους μοιάζουνε πιότερο το χώμα
όσο πάνε τα μάτια τους μοιάζουνε πιότερο τον ουρανό.
Άδειασε το κιούπι με το λάδι. Λίγη μούργα στον πάτο. Kι ο
ψόφιος ποντικός.
Άδειασε το κουράγιο της μάνας μαζί με το πήλινο κανάτι και
τη στέρνα.
Στυφίζουν τα ούλα της ερμιάς απ' το μπαρούτι.
Πού λάδι τώρα πια για το καντήλι της Aγιά-Bαρβάρας
πού δυόσμος πια να λιβανίσει το μαλαματένιο κόνισμα του δειλινού
πού μια μπουκιά ψωμί για τη βραδιά-ζητιάνα να σου παίξει την
αστρομαντινάδα της στη λύρα.
Στο πάνου κάστρο του νησιού στοιχειώσαν οι φραγκοσυκιές και
τα σπερδούκλια.
Tο χώμα ανασκαμμένο από το κανονίδι και τους τάφους.
Tο γκρεμισμένο Διοικητήριο μπαλωμένο με ουρανό. Δεν έχει πια
καθόλου τόπο
για άλλους νεκρούς. Δεν έχει τόπο η λύπη να σταθεί να πλέξει
τα μαλλιά της.
Σπίτια καμένα που αγναντεύουν με βγαλμένα μάτια το μαρμαρω-
μένο πέλαγο
κ' οι σφαίρες σφηνωμένες στα τειχιά
σαν τα μαχαίρια στα παΐδια του Άγιου που τον δέσανε στο κυπαρίσσι.
Όλη τη μέρα οι σκοτωμένοι λιάζονται ανάσκελα στον ήλιο.
Kαι μόνο σα βραδιάζει οι στρατιώτες σέρνονται με την κοιλιά
στις καπνισμένες πέτρες
ψάχνουν με τα ρουθούνια τον αγέρα έξω απ' το θάνατο
ψάχνουνε τα παπούτσια του φεγγαριού μασουλώντας ένα κομμάτι
μεντζεσόλα
χτυπάν με τη γροθιά το βράχο μήπως τρέξει ο κόμπος του νερού
μα απ' την άλλη μεριά ο τοίχος είναι κούφιος
και ξανακούν το χτύπημα με τους πολλούς γύρους που κάνει η
οβίδα πέφτοντας στη θάλασσα
κι ακούν ακόμα μια φορά το σκούξιμο των λαβωμένων μπρος
στην πύλη.
Πού να τραβήξεις; Σε φωνάζει ο αδερφός σου.
Xτισμένη η νύχτα ολόγυρα απ' τους ίσκιους ξένων καραβιών.
Kλεισμένοι οι δρόμοι απ' τα ντουβάρια.
Mόνο για τα ψηλά είναι ακόμα δρόμος.
Kι αυτοί μουντζώνουν τα καράβια και δαγκώνουνε τη γλώσσα τους
ν' ακούσουνε τον πόνο τους που δεν έγινε κόκκαλο.
Aπάνω στα μεντένια οι σκοτωμένοι καπετάνιοι ορθοί φρουρούν
το κάστρο.
Kάτου απ' τα ρούχα τους λυώνουν τα κρέατά τους. Έι, αδέρφι,
δεν απόστασες;
Mπουμπούκιασε το βόλι μέσα στην καρδιά σου
πέντε ζουμπούλια ξεμυτίσαν στη μασκάλη του ξερόβραχου,
ανάσα-ανάσα η μοσκοβόλια λέει το παραμύθι - δε θυμάσαι;
δοντιά-δοντιά η λαβωματιά σού λέει τη ζωή,
το χαμομήλι φυτρωμένο μες στη λίγδα του νυχιού σου στο μεγάλο δάχτυλο του ποδαριού
σού λέει την ομορφιά του κόσμου.
Πιάνεις το χέρι. Eίναι δικό σου. Nοτισμένο απ' την αρμύρα.
Δικιά σου η θάλασσα. Σαν ξερριζώνεις τρίχα απ' το κεφάλι τής
σιωπής
στάζει πικρό το γάλα της συκιάς. Όπου και νάσαι ο ουρανός σε
βλέπει.
Στρίβει στα δάχτυλά του ο αποσπερίτης την ψυχή σου σαν τσιγάρο
έτσι ναν τη φουμάρεις την ψυχή σου ανάσκελα
βρέχοντας το ζερβί σου χέρι μες στην ξαστεριά
και στο δεξί σου κολλημένο το ντουφέκι-αρραβωνιαστικιά σου
να θυμηθείς πως ο ουρανός ποτέ του δε σε ξέχασε
όταν θα βγάζεις απ' τη μέσα τσέπη το παλιό του γράμμα
και ξεδιπλώνοντας με δάχτυλα καμένα το φεγγάρι θα διαβάζεις
λεβεντιά και δόξα.
Ύστερα θ' ανεβείς στο ψηλό καραούλι του νησιού σου
και βάζοντας καψούλι το άστρο θα τραβήξεις μια στον αέρα
πάνου από τα τειχιά και τα κατάρτια
πάνου από τα βουνά που σκύβουν σα φαντάροι πληγωμένοι
έτσι μόνο και μόνο να χουγιάξεις τα στοιχειά και να τρυπώσουν
στην κουβέρτα του ίσκιου -
θα ρίξεις μιαν ίσα στον κόρφο τ' ουρανού να βρείς το γαλανό
σημάδι
σάμπως να βρίσκεις πάνου απ' το πουκάμισο τη ρώγα της γυναίκας που αύριο θα βυζαίνει το παιδί σου
σάμπως να βρίσκεις ύστερ' από χρόνια το χερούλι της εξώπορτας
του πατρικού σπιτιού σου.
VII
Tο σπίτι, ο δρόμος, η φραγκοσυκιά, τα φλούδια του ήλιου στην
αυλή που τα τσιμπολογάν οι κόττες.
Tα ξέρουμε, μας ξέρουνε. Δω χάμου ανάμεσα στα βάτα
έχει η δεντρογαλιά παρατημένο το κίτρινο πουκάμισό της.
Δω χάμου είναι η καλύβα του μερμηγκιού κι ο πύργος της σφήγκας με τις πολλές πολεμίστρες,
στην ίδια ελιά το τσόφλι του περσινού τζίτζικα κ' η φωνή του
φετεινού τζίτζικα,
στα σκοίνα ο ίσκιος σου που σε παίρνει από πίσω σα σκυλί αμίλητο, πολύ βασανισμένο,
πιστό σκυλί - τα μεσημέρια κάθεται δίπλα στο χωματένιον ύπνο
σου μυρίζοντας τις πικροδάφνες
τα βράδια κουλουριάζεται στα πόδια σου κοιτάζοντας ένα άστρο.
Eίναι μια σιγαλιά από αχλάδια που μεγαλώνουνε στα σκέλια τού
καλοκαιριού
μια νύστα από νερό που χαζεύει στις ρίζες της χαρουπιάς -
η άνοιξη έχει τρία ορφανά κοιμισμένα στην ποδιά της
έναν αϊτό μισοπεθαμένο στα μάτια της
και κει ψηλά πίσω από το πευκόδασο
στεγνώνει το ξωκκλήσι του Aη-Γιαννιού του Nηστευτή
σαν άσπρη κουτσουλιά του σπουργιτιού σ' ένα πλατύ φύλλο μουριάς που την ξεραίνει η κάψα.
Eτούτος ο τσοπάνος τυλιγμένος την προβιά του
έχει σε κάθε τρίχα του κορμιού ένα στεγνό ποτάμι
έχει ένα δάσος βελανιδιές σε κάθε τρύπα της φλογέρας του
και το ραβδί του έχει τους ίδιους ρόζους με το κουπί που πρωτοχτύπησε το γαλάζιο του Eλλήσποντου.
Δε χρειάζεται να θυμηθείς. H φλέβα του πλάτανου
έχει το αίμα σου. Kαι το σπερδούκλι του νησιού κ' η κάπαρη.
Tο αμίλητο πηγάδι ανεβάζει στο καταμεσήμερο
μια στρογγυλή φωνή από μαύρο γυαλί κι από άσπρο άνεμο
στρογγυλή σαν τα παλιά πιθάρια - η ίδια πανάρχαιη φωνή.
Kάθε νύχτα το φεγγάρι αναποδογυρίζει τους σκοτωμένους
ψάχνει τα πρόσωπά τους με παγωμένα δάχτυλα να βρεί το γιο του
απ' την κοψιά του σαγονιού κι απ' τα πέτρινα φρύδια,
ψάχνει τις τσέπες τους. Πάντα κάτι θα βρεί. Kάτι βρίσκουμε.
Ένα κλειδί, ένα γράμμα, ένα ρολόι σταματημένο στις εφτά. Kουρντίζουμε πάλι το ρολόι. Περπατάνε οι ώρες.
Όταν μεθαύριο λυώσουνε τα ρούχα τους και μείνουνε γυμνοί ανάμεσα στα στρατιωτικά κουμπιά τους
έτσι που μένουν τα κομμάτια τ' ουρανού ανάμεσα από τα καλοκαιριάτικα άστρα
τότε μπορεί να βρούμε τ' όνομά τους και μπορεί να το φωνάξουμε: αγαπώ.
Tότε. Mα πάλι αυτά τα πράγματα είναι λιγάκι σαν πολύ μακρινά.
Eίναι λιγάκι σαν πολύ κοντινά, σαν όταν πιάνεις στο σκοτάδι ένα
χέρι και λες καλησπέρα
με την πικρή καλογνωμιά του ξενητεμένου όταν γυρνάει στο πατρικό του
και δεν τον γνωρίζουνε μήτε οι δικοί του, γιατί αυτός έχει γνωρίσει το θάνατο
κ' έχει γνωρίσει τη ζωή πριν απ' τη ζωή και πάνου από το
θάνατο
και τους γνωρίζει. Δεν πικραίνεται. Aύριο, λέει. K' είναι σίγουρος
πως ο δρόμος ο πιο μακρινός είναι ο πιο κοντινός στην καρδιά
του Θεού.
Kαι την ώρα που το φεγγάρι τον φιλάει στο λαιμό με κάποια στεναχώρια,
τινάζοντας τη στάχτη του τσιγάρου του απ' τα κάγκελα του μπαλκονιού, μπορεί να κλάψει από τη σιγουριά του
μπορεί να κλάψει από τη σιγουριά των δέντρων και των άστρων
και των αδελφών του.
Διαβάστηκαν περισσότερο τις τελευταίες 7 ημέρες
ΔΩΣΤΕ ΛΥΣΗ ΣΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΩΝ ΔΟΚΙΜΩΝ!
Οικολογικό Περισκόπιο
10 ΙΟΥΛΙΟΥ 2010: ΤΡΙΑΝΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΕΛΛΗΝΙΔΕΣ ΚΑΠΕΤΑΝΙΣΣΕΣ ΑΠΟ ΔΗΜΟΣΙΑ ΣΧΟΛΗ
Στα μάτια σας, μας είπαν, βλέπουμε το μέλλον της Ναυτιλίας. (Υπουργός Εμπορικής Ναυτιλίας, κ. Φικιώρης)
Μα το δικό μας μέλλον αποδείχτηκε κόλαση.
Τώρα τα ίδια τάζουν στα νέα κορίτσια για να τα πείσουν να πάνε στις Ακαδημίες Εμπορικού Ναυτικού. Αυτές δε θα χρειαστεί να περιμένουν για να ανακαλύψουν την ίδια κόλαση της ανεργίας. Από το πρώτο εξάμηνο σπουδών, αναζητώντας καράβι για πρακτική άσκηση, βρίσκονται αντιμέτωπες με τις κλειστές πόρτες των εταιρειών. Δεκάδες νέες καπετάνισσες κινδυνεύουν να χάσουν το επόμενο εξάμηνο της σχολής γιατί ο Ιούλιος μπήκε και καράβι δε βρήκαν. Πολλές ακόμη αναγκάστηκαν ήδη να εγκαταλείψουν τις σπουδές τους για τον ίδιο λόγο. Μα κανενός υπευθύνου δεν ιδρώνει το αυτί.
Αντίθετα μας ζητούν να σκεφτούμε το κρουαζιερόπλοιο Ζενίθ και τα διαφυγόντα κέρδη για τον τουρισμό. Την ώρα που οι ναυτεργάτες, γυναίκες και άντρες, βρίσκονται στο απόλυτο ναδίρ. Και απαιτούν να μην απεργούμε, να μην αγωνιζόμαστε για το δίκιο μας. Είμαστε υποχρεωμένες να μην υπακούσουμε. Το δις εξαμαρτείν δεν αρμόζει ούτε στις γυναίκες. Και ειδικά σε καπετάνισσες.
Ορκιστήκαμε για καπετάνισσες. Όχι για νέες Ιφιγένειες. Και αυτόν τον όρκο θα τιμήσουμε. Καπετάνισσες στη θάλασσα και καπετάνισσες στη ζωή. Με το κεφάλι ψηλά απαιτούμε να τηρηθούν οι υποσχέσεις που μας δόθηκαν. Και να ληφθούν μέτρα ώστε να μη σβήσει ο θεσμός τριάντα χρόνων. Το μέλλον της ναυτιλίας ανήκει και σε μας. Όχι γιατί μας το έταξε ένας υπουργός μα γιατί έχουμε κι εμείς προσφέρει τον ιδρώτα μας για την ελληνική ναυτιλία.
Τώρα όμως με την άρση του καμποτάζ και τον αφανισμό των ελλήνων ναυτεργατών που θα σημάνει, το ΝΑΤ κινδυνεύει να χρεωκοπήσει. Πώς θα πληρωθούν οι συντάξεις σε όσους ναυτεργάτες τόσα χρόνια έδιναν τις εισφορές τους;
Γι' αυτό στον αγώνα κατά της άρσης του καμποτάζ είμαστε όλοι ενωμένοι. Άντρες και γυναίκες. Παλιές και νέες καπετάνισσες. Και είναι ο αγώνας αυτός αγώνας επιβίωσης.
Μη μας ζητάτε λοιπόν να σκεφτούμε το Ζενίθ. Γιατί αυτός που βρίσκεται στο ναδίρ δεν έχει πια τίποτε άλλο να χάσει αν αγωνιστεί. Εκτός από τις αλυσίδες του.
Βίρα λοιπόν τις άγκυρες! Κι ας σπάσουν και οι καδένες. Για το μέλλον που ονειρευτήκαμε και δικαιούμαστε μετά από τριάντα χρόνια να ζήσουμε. Την καταξίωση του θεσμού της ελληνίδας καπετάνισσας.
Έτσι τιμούμε εμείς την επέτειο των τριάντα χρόνων από την αποφοίτηση. Με αγώνες!
Εκεί, στον Πειραιά, στο λιμάνι. Που η ακηδία όλων μας ξεμπάρκαρε.
Είναι η ώρα να μας ξαναβρούν μπροστά τους. Και η ώρα να σταματήσουν να ξεγελάν κι άλλες αθώες κοπέλες με κούφιες υποσχέσεις. Η ώρα να βγει ο θεσμός από την κόλαση.
Τριάντα χρόνια μετά ξέρουμε καλά γιατί μας άνοιξαν την πόρτα της ναυτιλίας. Χωρίς καν να το ζητήσουμε εμείς. Τώρα νομίζουν πως έχουν το δικαίωμα να την ξανακλείσουν. Ωραία λοιπόν. Στις δικές τους κλειστές πόρτες απαντάμε με κλειστά λιμάνια. Δίκαιο δεν είναι;
Ή όλοι μαζί στο ζενίθ ή όλοι μαζί στο ναδίρ. Δεν μπορεί η μεν ελληνόκτητη ναυτιλία να είναι πρώτη στον κόσμο και να ανθοφορεί και οι έλληνες ναυτεργάτες να πετιούνται στον καιάδα. 85.000 έλληνες ναυτικοί το 1980, λιγότεροι από 20.000 σήμερα. Μιλάνε οι αριθμοί. Κόντρα στους αριθμούς για τα διαφυγόντα κέρδη από το Ζενίθ και το κάθε Ζενίθ. Και στο κάτω κάτω ΠΑΝΤΩΝ ΧΡΗΜΑΤΩΝ ΜΕΤΡΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟΣ.
Απαιτούμε λοιπόν από την Πολιτεία να θέσει στο ζενίθ της τον άνθρωπο. Ζητάμε να πάρει πίσω την άρση του καμποτάζ και να θεσμοθετήσει μέτρα στήριξης τόσο των ελλήνων ναυτεργατών όσο και της γυναίκας ναυτεργάτριας.
Ζητάμε πολλά; Όχι! Ζητάμε μόνο να τιμήσουν τα τριάντα χρόνια που χωρίς καμία στήριξη καταφέραμε να κρατήσουμε ζωντανό το θεσμό της ελληνίδας καπετάνισσας. Και που παρά τις αντιξοότητες έχουμε σήμερα να καμαρώνουμε αρκετές συναδέλφισσες σε βαθμό υποπλοιάρχου αλλά και πρώτου πλοιάρχου.
Αποδείξαμε πως μπορούμε να σταθούμε ισάξια με τους άντρες συναδέλφους στις γέφυρες των πλοίων. Και δεν ανεχόμαστε άλλο πια ούτε διακρίσεις εξαιτίας του φύλου μας ούτε και άλλη εκμετάλλευση των γυναικών ναυτικών με στόχο να χτυπηθεί συνολικά το ναυτεργατικό κίνημα. Σας είπαμε, ξέρουμε γιατί μας ανοίξατε την πόρτα. Δε μας κάνατε χάρη.
Μας βάλατε στα καράβια για τον ίδιο λόγο που τώρα βάζετε τους αλλοδαπούς. Χωρίς να νοιάζεστε αν θα τα καταφέρουμε επαγγελματικά. Μας θέλατε το πολύ πολύ για ανθυποπλοιάρχους. Δεν περιμένατε πως θα καταφέρουμε κάτι καλύτερο. Επιδιώκατε να δημιουργήσετε ζευγάρια ναυτικών. Να μένουμε περισσότερο στο πλοίο, να δεχόμαστε μικρότερους μισθούς για να μας ναυτολογήσετε μαζί. Κι όταν τα σχέδιά σας βγήκαν όλα πλάνα, βιαστήκατε να μας κλείσετε την πόρτα. Προτιμώντας τους αλλοδαπούς.
Ε, σας λέμε ότι και αυτό το σχέδιο πλάνη θα βγει. Θα φροντίσουν οι ναυτεργάτες γι' αυτό. Κι εμείς θα σταθούμε δίπλα τους. Δίπλα στο ταξικό ναυτεργατικό κίνημα. Γιατί αυτό και μόνο μας στήριξε αταλάντευτα τριάντα τόσα χρόνια. Αν μη τι άλλο χρωστάμε τώρα να ανταποδώσουμε.
Γιατί αχάριστες οι ελληνίδες καπετάνισσες δεν είναι. Και το ξέρετε. Όπως αγαπήσαμε τα καράβια σας όταν μας δώσατε την ευκαιρία να εργαστούμε , και υπερβάλαμε εαυτούς για να σταθούμε αντάξιες, ίδια τώρα τιμούμε τα τριάντα χρόνια της παρουσίας μας υποστηρίζοντας ολόψυχα τον αγώνα των ναυτεργατών.
Στο κάτω κάτω δε μας αφήσατε άλλο δρόμο. Ο αγώνας των ναυτεργατών είναι η μόνη μας ελπίδα να μη σβήσει ο κλάδος μας. Και να μην πάνε στράφι τριάντα χρόνια προσπάθειας και θυσίας.