Πάει τώρα λίγος καιρός που γνώρισα δυο νέα κορίτσια που σπουδάζουν καπετάνισσες. Για μένα που έχω σχεδόν τριάντα χρόνια αποφοιτήσει από την ίδια σχολή η συγκίνηση είναι τεράστια. Ούτε και υπάρχουν οι λέξεις για να περιγράψουν τα συναισθήματα. Συναισθήματα που ως φαίνεται είναι αμοιβαία γιατί και οι δυο καπετανοπούλες με έχουν υιοθετήσει για ... μαμά τους.
Το καράβι που ταξιδεύει η μικρή μου "κόρη".
"Μελινάκι, πάντα μπουνάτσες! που λέει και η αδερφούλα σου... "
Παιδιά εγώ δικά μου δεν έχω. Και μαμά δεν αισθάνομαι. Ο ψυχικός σύνδεσμος που μας ενώνει, κι έχω προσπαθήσει να το εξηγήσω και στις ίδιες, δεν είναι μητέρας και παιδιού... Είναι άλλο δέσιμο και άλλο ταξίδι, για κείνες στο μέλλον και για μένα στο παρελθόν, του ίδιου του εαυτού μας. Τις βλέπω, τις ακούω, και λέω "κάτι μου θυμίζει αυτό"... Καθώς αυτό το κάτι στέκεται άγνωστο στις διαστάσεις του και νησί απάτητο από πόδι ανθρώπου, τις λέω κι εγώ κόρες μου, καπετάν κόρες μου, και όμοια τις ακούω να με λεν καπετάν μαμά... Μάλιστα, μετά τη
συνάντηση της παλιάς με τη νέα γενιά, η ιδιότυπη αυτή οικογένεια απέκτησε και θείες, καπετάν θείες... Τονίζω όμως και ξεκαθαρίζω ότι ούτε εκείνες είναι παιδιά μας ούτε κι εμείς γονείς τους.
Το καράβι που ταξίδευε λίγο καιρό πριν η μεγάλη μου "κόρη"...
Κάποτε, παν λίγοι μήνες από τότε, μπήκε στο φόρουμ και μας άφησε ένα σχόλιο στο τσατ, μια αληθινή κόρη καπετάνισσας. Χριστούγεννα ήταν και θελήσαμε να δώσουμε ευχές στη μόνη καπετάνισσα της γενιάς μας που ακόμη βρίσκεται στους δρόμους της θάλασσας. Από τις 29 απόφοιτες μόνο η μία. Κι αυτή όχι στη γέφυρα. Λοστρόμος ο άντρας της κι εκείνη μαγείρισσα συνεχίζουν να κερδίζουν το αρμυρό ψωμί της θάλασσας με ένα μικρό καραβάκι που κάνει ταξίδια στη Μεσόγειο. Όπως και να 'χει όμως η Χρύσα ταξιδεύει και βλέπει ακόμη ανοιχτούς ορίζοντες την ώρα που εμάς η στεριά μας κρατάει δεμένες. Η χαρά μου ήταν τεράστια. Η κόρη της φίλης μου, που τη θυμόμουν μωράκι, μια νέα γυναίκα πια να μπαίνει και να μας αφήνει μήνυμα.
Κι αν εμείς, νιώσαμε έντονα κάποτε την ιδιαιτερότητα αυτού του επαγγέλματος, το ξεχωριστό και πρωτόγνωρο συναίσθημα να κάνεις μια δουλειά που όλος ο κόσμος τη θεωρεί αντρική, καταλαβαίνω πως άλλο τόσο παράξενο είναι για ένα παιδί να λέει πως η μάνα μου είναι καπετάνισσα. Κι όχι καπετάνισσα σύντροφος καπετάνιου... Αλλά θαλασσινή η ίδια.
Ακόμη και το μωρό της κολλητής μου, το Μαράκι, ετών πέντε, σαν είδε τις πρώτες φωτογραφίες που είχαμε ανεβάσει εδώ, να 'ναι καλά η μεγαλύτερη αδερφή της η Μίρκα που τα καταφέρνει με τον κόσμο του ίντερνετ, γύρισε έκπληκτη στη μάνα της και φώναζε: "Μαμά ήσουν καπετάνισσα;" Άσχετο, αλλά η Άννα, η μαμά της, ήταν και είναι καπετάνισσα. Τι σημασία έχει αν πάνε χρόνια που ξεμπάρκαρε; Καπετάνισσα και παλικάρι στάθηκε πάντα στη ζωή της και σε φουρτούνες χειρότερες κι απ' του Ειρηνικού. Κι εκεί, στη Σκάλα της Χαλκίδας που χρόνια τώρα ασχολείται με το εμπόριο ψαριών, δεν είναι λίγοι οι καπετάνιοι των ψαροκάικων που τη φωνάζουν μ' αυτό τον τίτλο τιμής: Καπετάν Άννα.
Κι όμοια θα μπορούσα να σας μιλήσω για πολλές άλλες καπετάνισσες. Που όταν οι ανάγκες της ζωής τις ξεμπάρκαραν, συνέχισαν να πλοιαρχεύουν στο καράβι της ζωής. Δεύτερο δέρμα το καπετανιλίκι κι εκείνο που μας δίδαξαν στη σχολή και μάθαμε αργότερα η καθεμιά μας στα καράβια: "Η δυνατή θέληση δαμάζει τις δυσκολίες"... Αυτό που κάποτε μας το έδωσαν θέμα έκθεσης στις εισαγωγικές μας εξετάσεις στην Εμποροπλοιάρχων. Κι εμείς πιάσαμε στιλό και χαρτί και αρχίσαμε να γράφουμε κι έπειτα όταν το μελάνι στράγγιξε και τέλεψε το χαρτί, συνεχίσαμε με το αίμα μας να χαράζουμε της ζωής μας την πορεία. Καπετάνισσες πάντα, πιστές στον παλιό μας όρκο να διαφεντεύουμε ανέμους και κύματα...
Κι αν με ρωτήσετε θα σας πω ότι εκείνο το θέμα έκθεσης ήταν λιγάκι λάθος... Ή τουλάχιστον δεν έλεγε ολάκερη την αλήθεια. Προσπαθήστε να το διαβάσετε ανάποδα. Πώς δηλαδή οι δυσκολίες και οι αναποδιές και οι φουρτούνες χαλκεύουν το χαρακτήρα του ανθρώπου, είτε άντρας είναι είτε γυναίκα, και τον κάνουν βράχο και θεριό. Είναι το ίδιο μυστικό της αγωγής της αρχαίας Σπάρτης. Μια παιδεία που βάδιζε συντροφιά με τον παιδεμό. Που τάιζε με μέλανα ζωμό τα παιδιά της και τα έριχνε χειμώνα καιρό στον παγωμένο Ευρώτα. Και τους παρέδιδε στο τέλος την ασπίδα με τη φοβερή εντολή: Ή ταν ή επί τας.
Τέτοια ασπίδα παραλάβαμε κι εμείς σαν βγήκαμε στον πηγεμό για την Ιθάκη... Και δεν είναι που καμαρώνουμε για το δώρο μας, αλλά που αναρωτιέμαι τόσα χρόνια μετά ποιος ήταν εκείνος που μας την παρέδωσε... Ναι, αυτό είναι το ερώτημα. Ήταν οι μανάδες μας; Μα εκείνες δεν ήταν καπετάνισσες. Τουλάχιστον όχι καπετάνισσες των καραβιών...
Πρωτοχρονιά του 83 θυμάμαι... Λίγους μήνες πριν άφησα για πάντα τα καράβια. Τα άφησα δεν είναι η σωστή λέξη. Η ανεργία με άφησε ξέμπαρκη κι εγώ έψαχνα άλλους δρόμους πια να βγάλω το ψωμί μου. Τότε ήταν που έλαβα δώρο από τον πατέρα μου, δε θυμάμαι πια τι ακριβώς, αλλά με μια αφιέρωση που δε λησμόνησα ποτέ. Στίχοι ήταν από το Βασίλη Βασιλικό:
"Καπετάνισσα με ένα τσεμπέρι στο κεφάλι, πολεμόχαρη, πως θα παλέψεις στη ζωή σου μοιάζεις να λες, σ' όποιες αντιξοότητες, πως θα βάλεις μπουρλότο σε ναυαρχίδες."
Θυμάστε το τραγούδι του Καββαδία; "Γιε μου πού πας; Μάνα θα πάω στα καράβια!" Ε, λοιπόν με εμάς, που δεν ήμασταν γιοί, τα πράγματα έγιναν ανάποδα. "Κόρη πού πας; Πατέρα θα πάω στα καράβια!"
Κι αν οι μανάδες αιώνες τώρα ξεπροβοδίζουν γιους στα πέλαγα, για τους πατεράδες ο ρόλος αυτός ήταν πρωτόφαντος. Κάπου κάποτε είχα και έλεγα γελώντας ένα τραγούδι... Πραγματικό και υπαρκτό και σε στίχους Μανόλη Αναγνωστάκη:
"... Θεόφιλε, Θεόφιλε
η κοινωνία όφειλε
να κάνει που και που στραβά τα μάτια
Θεόφιλε, Θεόφιλε,
η κοινωνία όφειλε,
σε μας που ζήσαμε ζωή όλο κεσάτια.
Η κόρη σου φοιτήτρια
κι' ο γιός σου ανθυποπλοίαρχος..."
Αχ, γέλιο που έκανα με τούτο το τραγουδάκι. Γέλια έως δακρύων. Γιατί οι Θεόφιλοι είναι λίγοι και ακόμα λιγότεροι στα τραγούδια... Μα ο δικός μου πατέρας που ήταν Θεόφιλος, έτυχε στον αντίποδα εκείνου που ο ποιητής σμίλεψε... Ο γιος του ήταν ο φοιτητής και η κόρη του η ανθυποπλοίαρχος. Ατύχησες αγαπημένε μου ποιητή... Εμένα όμως μου χάριζες απίθανη ευτυχία κάθε φορά που άκουγα τις ρίμες σου. Και σαν έφτανε η επωδός φώναζα παράφωνα αλλά πολύ πιο δυνατά από τον τραγουδιστή το τραγούδι της δικής μου ζωής:
"Ο γιος σου είναι φοιτητής κι η κόρη ανθυποπλοίαρχος..."
Γιατί η κοινωνία όφειλε να σταματήσει πια να κάνει τα στραβά τα μάτια... Και να δει πως κάποιοι Θεόφιλοι γέννησαν καπετάνισσες. Και όταν η ώρα ήρθε δεν τις σταμάτησαν από το δρόμο τους. Με όση γενναιότητα και κόστος ψυχής χρειάζεται... Ναι, από όσο σκέφτομαι και το δικό μου "Θεόφιλο" αλλά και όλους τους άλλους "Θεόφιλους" των φιλενάδων μου, οι πατεράδες μας ήταν εκείνοι που σταθήκαν στο ακρογιάλι και μας κούνησαν έμπιστα μαντίλι όταν πήραμε τη μεγάλη απόφαση. Και ξέρουν όλοι τι δεσμός βαθύς υπάρχει ανάμεσα πατέρα και κόρη. Αν όχι μεγαλύτερος τουλάχιστον ο ίδιος με εκείνον που κρατά δεμένο με λώρο ομφάλιο τη μάνα με το γιο. Όμως οι πατεράδες δεν τίκτουν, γεννούν. Και οι δεσμοί τους με τις κόρες τους δόθηκαν αρχετυπικά σε κείνο τον παλιό μύθο του Δία και της κόρης Αθηνάς. Δεν είναι του σώματος και της βιολογίας, είναι της σκέψης και του νου και της συνείδησης... Σαν και τη σκέψη και το κεφάλι του Νεφεληγερέτη που γέννησε την αρχαία θεά.
Σήμερα ανοίγοντας τον υπολογιστή αφορμή μου χαρίστηκε απρόσμενη να θυμηθώ όλες αυτές τις ξεχασμένες μνήμες. Ήταν ένας άλλος "Θεόφιλος" ή πιο σωστά κάποιος Διονύσης που άφησε στη Γέφυρα του Homa Educandus το παρακάτω μήνυμα:
Αγαπητή Δανάη αυτά τα στιχάκια τα έφτιαξα για μια άλλη Δανάη την κόρη μου, που τώρα ταξιδεύει σαν δόκιμος πλοίαρχος στις θάλασσες του Ειρηνικού Ωκεανού. Το αφιερώνω και σε σας…
Η τέχνη λεν του Ποσειδώνα
χιλιάδες έχει μυστικά
υπομονή θέλει κι αγώνα
μα αυτά δεν είναι αρκετά
Του ναυτικού όποιος λάχει μοίρα
θε να ‘χει θάρρος και αντοχή
γιατί του ωκεανού η αλμύρα
χαράκια κάνει την ψυχή
Κι οποίος σπουδάσει το ταξίδι
σε νηνεμία και καιρό
πάντοτε εκεί θα κατά-λήγει
θα ναι η ζωή του το νερό
Μα εκεί στις θάλασσες που είσαι
σ’ άγνωστα μέρη αλαργινά
αυτά τα λόγια να θυμάσαι
έχε τα μάτια σου ανοιχτά
Τον Οδυσσέα στο στοχασμό σου
δάσκαλο να ‘χεις κι οδηγό
η πονηριά του φυλαχτό σου
να σε φυλά απ το κακό
23 Απρίλιος 2008 2:02 πμ
Βάλσαμο οι στίχοι του άγνωστου Διονύση. Και μεγάλο το ευχαριστώ μας που τους αφιερώνει και σε μας. Ανταποδίδουμε κι εμείς στέλνοντας το ευχαριστώ σε όλους τους πατεράδες μας. Εμείς που δίπλα στις μανάδες μας και στα παιδιά της η κάθε μια έχουμε καπετάν μανάδες και καπετάν κόρες... έχουμε μόνο ένα θρόνο για τον πατέρα. Τον ένα και μοναδικό και ξεχωριστό ανάμεσα στους πατεράδες όλου του κόσμου: Τον πατέρα της καπετάνισσας!
Και κοίτα και ένα περίεργο τελευταίο... Δανάη και Δανάη... Τον ξέρετε το μύθο της; Της βασιλοπούλας από το Άργος, της κόρης του Ακρίσιου και μάνας του Περσέα που σκότωσε τη φοβερή Μέδουσα και έπειτα και τον παππού του; Λοιπόν, όλο εκείνο το αίμα και το κακό ξεκίνησε από έναν πατέρα που πέταξε την κόρη του στη θάλασσα μέσα σε μια κάσα κλειστή και με "ελπίδα" να την καταπιούν τα κύματα. Ακρίσιος... τι περιμένεις; Δίχως νου και κρίση... Ε, ξόρκι και ξαβάσκαμα του τραγικού αρχαίου μύθου στάθηκαν οι πατεράδες οι δικοί μας. Που όχι με κατάρες αλλά με ευχές και καμάρι μας έστειλαν στη θάλασσα. Να την ταξιδέψουμε και να την κατακτήσουμε. Να βάλουμε μπουρλότα σε ναυαρχίδες και θηλυκοί Οδυσσείς να φτάσουμε η κάθε μια στην Ιθάκη της. Αυτή η δική τους πίστη φώλιασε στις ψυχές μας και στα δικά τους μάτια, στα μάτια του πατέρα, η κάθε μια θέλησε να αποδείξει το "ταν ή επί τας". Και για να βρει αντίκρισμα ο λόγος του ποιητή:
Σα βγεις στον πηγαιμό για την Ιθάκη,
να εύχεσαι νάναι μακρύς ο δρόμος,
γεμάτος περιπέτειες, γεμάτος γνώσεις.
Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας,
τον θυμωμένο Ποσειδώνα μη φοβάσαι,
τέτοια στον δρόμο σου ποτέ σου δεν θα βρεις,
αν μέν’ η σκέψις σου υψηλή, αν εκλεκτή
συγκίνησις το πνεύμα και το σώμα σου αγγίζει.
Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας,
τον άγριο Ποσειδώνα δεν θα συναντήσεις,
αν δεν τους κουβανείς μες στην ψυχή σου,
αν η ψυχή σου δεν τους στήνει εμπρός σου.
Ο Περσέας τώρα δε θα χρειαστεί το κεφάλι της Μέδουσας. Γιατί Λαιστρυγόνες και Κύκλωπες δεν κουβαλά η Δανάη... Μόνο την ευχή, την ευχή του πατέρα. Και να ξέρετε... Αν δεν είναι μεγαλύτερη από της μάνας, είναι τουλάχιστον όμοια στη δύναμη που δίνει στις ψυχές για να νικούνε όλους τους άγριους Ποσειδώνες... σε θάλασσα και σε στεριά. Μ' αυτή την ευχή και μεις κινήσαμε το μεγάλο ταξίδι για την Ιθάκη μας. Και ήταν η ευχή τους φυλαχτό και οδηγός στις τρικυμίες. Η ευχή του πατέρα. Του πατέρα της κάθε καπετάνισσας!
Ο πατέρας...
ΑπάντησηΔιαγραφήΞέρεις ο πατέρας μου είναι ένας τύπος απλός. Το γυμνάσιο έβγαλε και ήταν για χρόνια έμπορος. Οίστρους ποιητικούς και ανησυχίες τέτοιου είδους δεν είχε ποτέ.
Λογικό... Είχε άλλες ανησυχίες... Είχε την ανησυχία του αύριο, την ανησυχία των παιδιών του και να τα οπλίσει, αλλά κυρίως την ανησυχία του ψωμιού των παιδιών του.
Μπορεί να ακούγεται μελό αλλά δεν είναι καθόλου.
Είναι ένα τυπάκος που όταν θα μιλήσει δεν θα ξεχάσεις ποτέ τι είπε. Προφανώς δεν μιλάει πολύ. Ξέρετε τι θυμάμαι πολύ έντονα;
Βράδυ ήταν, καλύτερα ξημέρωμα, μόλις είχε σχολάσει από την δουλειά του. Τον περίμενα να του κάνω παρέα να φάει. Το πρωί έφευγα για το πρώτο μου μπάρκο. Ξέρετε τι μου είπε;
Μην κάτσεις να στεναχωρηθείς για τίποτα. Αν δεις ότι δεν είναι για εσένα αυτό που πας να κάνεις μην κάτσεις εκεί. Να σηκωθείς και έρθεις σπίτι σου. Εμείς θα είμαστε εδώ για εσένα. Μην κάτσεις εκεί για να μας αποδείξεις κάτι.
Αυτά ήταν τα λόγια του το βράδυ πριν φύγω για το πρώτο μου μπάρκο. Δεν υπάρχει περίπτωση να καταλάβει κανένας πως ένιωσα και αυτό γιατί έχει κάνει πολλόυς κύκλους η σχέση μου με τον πατέρα μου. Εκεί κατάλαβα πολλά όμως. Και πείσμωσα και έδωσα τα πάντα για να κάνω τα όνειρά μου αληθινά. Γιατί δεν είχα τον φόβο ότι θα πέσω από τα ψηλά και θα τσακιστώ. Ήξερα ότι ο πατέρας μου θα με περίμενε πάντα με την αγκαλία του ανοιχτή για να χωθώ.
Ο καθένας έχει τον δικό του κώδικα. Τι κι αν δεν γράφει ποιήματα... όταν πρέπει λέει μια κουβέντα και ξέρω. Αυτός είναι ο δικός μου πατέρας. Για άλλους ένας λαϊκός τύπος, για άλλους πολύ εντάξει... Για εμένα είναι πάντα το Μπαμπάκι μου. Μαλακό αλλά και με αγκάθια, σοβαρός αλλά και πλακατζής, αλλά παντα εκεί.
Gracias por visitar mi blog. Me halagan tus palabras.
ΑπάντησηΔιαγραφήUn gran abrazo!! desde Villarrica_Chile
πω πω κείμενο...
ΑπάντησηΔιαγραφήκαλά σας ταξίδια
Οι πατεράδες μας και οι μανάδες μας, , τώρα που το σκέφτομαι, πρέπει να είναι εξαιρετικοί άνθρωποι , σκέψου ότι σε εκεινα τα χρόνια έιχαν μέσα στην απλότητά τους την δύναμη να μας αφήσουν να διαλέξουμε το δρόμο που θέλησαμε, όσο και να τους πονούσε.
ΑπάντησηΔιαγραφή